Φάμελλος: Οι στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης πρέπει να ενσωματωθούν στον πυρήνα της οικονομικής πολιτικής της Ευρώπης

Την ανάγκη να ενσωματωθούν οι στόχοι της Βιώσιμης Aνάπτυξης (SDGs) και η Στρατηγική για το 2030 στον πυρήνα της Ευρωπαϊκής πολιτικής και ειδικότερα στη δημοσιονομική και αναπτυξιακή στρατηγική, επεσήμανε νωρίτερα ο Αν. ΥΠΕΝ, Σωκράτης Φάμελλος, στο Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου, εκτός από την αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου, συζητείται και η ενσωμάτωση των στόχων για τη βιώσιμη ανάπτυξη του ΟΗΕ, στον σχεδιασμό της Στρατηγικής για το 2030.

Ουσιαστική ενσωμάτωση των αρχών της Bιώσιμης Aνάπτυξης στις τομεακές πολιτικές μπορεί να επιτευχθεί, μόνο εάν οι στόχοι επηρεάζουν τον πυρήνα της Ευρωπαϊκής πολιτικής. “Εάν, δηλαδή, οι στόχοι της Bιώσιμης Aνάπτυξης αποτελέσουν στοιχεία συζήτησης και βάση των αποφάσεων στα Συμβούλια Κορυφής, αλλά και στις Συνόδους των Υπουργών Οικονομίας, όπως και στη Σύνοδο της Ρώμης που θα διεξαχθεί τους επόμενους μήνες”, πρότεινε ο Σωκράτης Φάμελλος. Ως παράδειγμα, ανέφερε την αντίθεση που υπάρχει στη χώρα μας, η οποία με επιλογή και απόφαση των Ευρωπαϊκών θεσμών έχει υλοποιήσει τα τελευταία χρόνια συγκεκριμένες δημοσιονομικές πολιτικές και διαρθρωτικές αλλαγές σε διάφορους άξονες πολιτικής, κυρίως οικονομικούς, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την απόκλιση από τους στόχους της Bιώσιμης Aνάπτυξης, όπως φαίνεται πολύ εύκολα στους δείκτες της φτώχειας και της ανεργίας.

“Να επιστρέψουμε, λοιπόν, ουσιαστικά στη συζήτηση για τους στόχους της Bιώσιμης Aνάπτυξης και να ζητήσουμε την ενσωμάτωσή τους στην Ευρωπαϊκή πολιτική”, είπε ο Σωκράτης Φάμελλος απευθυνόμενος στους ομολόγους του. “Έτσι, οι στόχοι της Bιώσιμης Aνάπτυξης θα μπορέσουν να έχουν ποσοτικοποιημένους δείκτες και όχι γενικές αναφορές. Τόσο η Ευρώπη, όσο και η κάθε χώρα πρέπει να λάβουν κεντρικές πρωτοβουλίες για την επίτευξη των στόχων της Βιώσιμης Ανάπτυξης. Στην Ελλάδα, τη στρατηγική για το 2030, την παρακολούθηση και τον συντονισμό έχει αναλάβει κεντρικά και στρατηγικά το Γραφείο Πρωθυπουργού, έτσι ώστε όλες οι Τομεακές Πολιτικές να ενσωματώνουν αυτή τη στρατηγική”.

Η συζήτηση για τους στόχους Bιώσιμης Aνάπτυξης ενέχει τον κίνδυνο μιας γενικής συζήτησης, η οποία ικανοποιεί μεν μια ηθική ανάγκη, σε επίπεδο ΕΕ, αλλά ενδέχεται να μην καταλήγει σε δεσμεύσεις ή αλλαγές. “Για εμάς ισχύει ακριβώς το αντίθετο”, συνέχισε ο Αν. ΥΠΕΝ. “Η δέσμευση για τους στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης, για τη στρατηγική 2030, ενσωματώνοντας τη συμφωνία της Cop21 στο Παρίσι και τη στρατηγική της κυκλικής οικονομίας, αποτελούν ουσιώδη πολιτικά θέματα. Δεν είναι ευχολόγιο, αλλά η βάση της βιώσιμης Ευρώπης. Διότι, οι στόχοι αυτοί εκφράζουν βασικές ανάγκες των Ευρωπαίων πολιτών, όπως είναι η ποιότητα της ζωής τους και τα δημοκρατικά τους δικαιώματα”.

Συγκεκριμένα, οι άξονες πολιτικής της Ελληνικής Κυβέρνησης είναι :

  • η ενίσχυση της κυκλικής οικονομίας, για την αποδοτική χρήση πόρων και την οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας,
  • ο ενεργειακός χάρτης της χώρας, λαμβάνοντας υπόψη τη συμφωνία για την κλιματική αλλαγή και την οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα,
  • η ενίσχυση υποδομών του κοινωνικού κεφαλαίου, που περιλαμβάνει τα θέματα της πρόσβασης σε καλής ποιότητας πόσιμο νερό, του επισιτισμού, της καταπολέμησης της φτώχειας και της πρόσβασης στην υγεία και τις δομές πρόνοιας, και
  • η πρόληψη της ρύπανσης, η οποία συνδέεται με τον περιβαλλοντικό έλεγχο και την κωδικοποίηση του θεσμικού πλαισίου, προσδίδοντας αξιοπιστία και διαφάνεια σε όλες τις κοινωνικές και οικονομικές δραστηριότητες.

“Και οι τέσσερις προαναφερόμενοι άξονες αποτελούν τμήμα του ενιαίου προγράμματος της χώρας μας για την έξοδο από την κρίση”, είπε ο Αν. ΥΠΕΝ, ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του. Και κατέληξε: “Απαιτούνται πρωτοβουλίες κινητοποίησης και ευαισθητοποίησης πολιτών και παραγωγών προκειμένου να ενδυναμωθεί η κοινωνική συμμετοχή στους στόχους της Βιώσιμης Ανάπτυξης. Οι πρωτοβουλίες αυτές μπορούν να γίνουν μέσα από εθνικές, περιφερειακές και τοπικές συμμαχίες, οι οποίες θα ενσωματώνουν τις αρχές της ατζέντας του 21ου αιώνα, με ανοικτή διαβούλευση και θα αναπροσαρμόζουν οικονομικά εργαλεία, ώστε και η αγορά να ενσωματώσει τις αρχές της Βιώσιμης Ανάπτυξης”.