Ευρωκοινοβούλιο: Η κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές πρέπει να φτάσει στο 32% μέχρι το 2030

Green planet earth with solar energy batteries installed on it

Δεσμευτικούς στόχους για τις ανανεώσιμες πηγές έως το 2030 και ενδεικτικούς για την ενεργειακή απόδοση ενέκρινε το ΕΚ. Θα διαδραματίσουν αποφασιστικό ρόλο στην επίτευξη των στόχων της ΕΕ για το κλίμα.

Η ολομέλεια ενέκρινε την Τρίτη την προσωρινή συμφωνία που επετεύχθη με το Συμβούλιο τον Ιούνιο για την ενεργειακή απόδοση (434 ψήφοι υπέρ, 104 κατά, και 37 αποχές), τις ανανεώσιμες πηγές (495 ψήφοι υπέρ, 68 κατά, 61 αποχές) και τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης (475 ψήφοι υπέρ, 100 κατά, 33 αποχές) , τρεις σημαντικούς νομοθετικούς φακέλους οι οποίοι αποτελούν μέρος του πακέτου Καθαρής Ενέργειας για όλους τους Ευρωπαίους.

Μέχρι το 2030, η ενεργειακή απόδοση στην ΕΕ πρέπει να έχει βελτιωθεί κατά 32,5%, ενώ το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα πρέπει να βρίσκεται το λιγότερο στο 32% της τελικής ακαθάριστης κατανάλωσης στην ΕΕ. Και οι δύο αυτοί στόχοι πρόκειται να επανεξεταστούν μέχρι το 2023 και μπορούν μόνο να αυξηθούν και όχι να μειωθούν.

Χαμηλότεροι ενεργειακοί λογαριασμοί και το δικαίωμα στην χρήση αυτό-παραγόμενης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές

Η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας μέσα από την αποδοτικότερη παραγωγή και χρήση της, θα μειώσει το κόστος για τον καταναλωτή, θα μειώσει την εξάρτηση της Ευρώπης από εξωτερικούς παραγωγούς πετρελαίου και αερίου, θα βελτιώσει την ποιότητα του αέρα σε τοπικό επίπεδο και θα βοηθήσει στην προστασία του περιβάλλοντος.

Για πρώτη φορά, τα κράτη μέλη θα είναι επίσης υποχρεωμένα να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα ενεργειακής απόδοσης προς όφελος εκείνων που δυσκολεύονται να καλύψουν τις ανάγκες τους σε θέρμανση, ηλεκτρισμό κτλ.

Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να διασφαλίσουν ότι οι πολίτες δικαιούνται να παράγουν ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για προσωπική τους κατανάλωση, να την αποθηκεύουν και να πωλούν το πλεόνασμα.

Προς βιοκαύσιμα δεύτερης γενιάς

Τα βιοκαύσιμα δεύτερης γενιάς μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο στη μείωση  των εκπομπών άνθρακα στις μεταφορές και θα πρέπει τουλάχιστον το 14% των καυσίμων που χρησιμοποιούνται για λόγους μεταφοράς να προέρχονται από ανανεώσιμες πηγές μέχρι το 2030.

Ωστόσο, τα βιοκαύσιμα πρώτης γενιάς, με σοβαρό κίνδυνο έμμεσων αλλαγών χρήσης γης, με άλλα λόγια καλλιέργειάς τους εκεί που πριν ήταν δάσος ή λιβάδι, δεν θα λαμβάνονται υπόψη στους στόχους της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας από το 2030 και μετά. Από το 2019 κι έπειτα, η συμβολή των βιοκαυσίμων πρώτης γενιάς σε αυτούς τους στόχους θα καταργείται σταδιακά και θα μηδενισθεί το 2030.

Νέα διακυβέρνηση για να επιτευχθεί η Ενεργειακή Ένωση

Κάθε κράτος μέλος πρέπει να παρουσιάσει δεκαετές «ολοκληρωμένο εθνικό ενεργειακό και κλιματικό σχέδιο» με εθνικούς στόχους, ποσοστά συμβολής, πολιτικές και μέτρα μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2019 και κάθε δέκα χρόνια από εκεί κι έπειτα.

Δηλώσεις των εισηγητών

Ο εισηγητής για την ενεργειακή απόδοση, Miroslav Poche (Σοσιαλιστές, Τσεχία), δήλωσε: «Η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης ωφελεί όλους τους Ευρωπαίους. Η συμφωνία που πετύχαμε είναι καλή για τους πολίτες, καθώς θα φέρει σημαντική μείωση στην κατανάλωση ενέργειας και, φυσικά, τους λογαριασμούς που πληρώνουν. Αλλά είναι επίσης και σπουδαίο νέο για την ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής βιομηχανίας, καθώς μειώνει το κόστος και δημιουργεί προϋποθέσεις για επενδύσεις».

Ο εισηγητής για τις ανανεώσιμες πηγές, José Blanco López (Σοσιαλιστές, Ισπανία), δήλωσε: «Μειώνουμε τα κίνητρα για επενδύσεις σε βιοκαύσιμα που βασίζονται σε εδώδιμα φυτά και ενθαρρύνουμε την παραγωγή εξελιγμένων βιοκαυσίμων. Καταφέραμε επίσης να ενισχύσουμε το δικαίωμα του καταναλωτή να παράγει ενέργεια ο ίδιος και συμπεριλάβαμε την απαίτηση του ΕΚ να απαγορευθούν μέχρι το 2026 οι χρεώσεις και τα τέλη στην αυτό-παραγόμενη ενέργεια.

Επόμενα βήματα

Από τη στιγμή που το Συμβούλιο θα εγκρίνει επίσημα τη συμφωνία, οι νέοι κανόνες θα δημοσιευθούν στην Επίσημη Εφημερίδα και θα τεθούν σε ισχύ 20 μέρες μετά τη δημοσίευση τους. Ο κανονισμός για τη διακυβέρνηση θα εφαρμοστεί απευθείας σε όλα τα κράτη-μέλη, ενώ τα κράτη-μέλη θα πρέπει να μεταφέρουν τα νέα στοιχεία των άλλων δύο οδηγιών στην εθνική τους νομοθεσία το αργότερο 18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος τους