WWF: 570.000 τόνοι πλαστικού καταλήγουν στη θάλασσα κάθε χρόνο

Η Ελλάδα παράγει περίπου 700.000 τόνους πλαστικών απορριμμάτων ετησίως, ενώ εκτιμάται ότι σχεδόν 11.500 τόνοι διαρρέουν κάθε χρόνο στις ελληνικές θάλασσες.

H αποτυχία των μεσογειακών χωρών να διαχειριστούν τα πλαστικά απορρίμματά τους, οδηγεί αναπόφευκτα στην καταγραφή επιπέδων-ρεκόρ πλαστικής ρύπανσης στη Μεσόγειο θάλασσα, ενώ κοστίζει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ ετησίως στην οικονομία της περιοχής, σύμφωνα με νέα έκθεση του WWF με τίτλο «Σταματήστε την πλημμύρα των πλαστικών: Πώς οι μεσογειακές χώρες μπορούν να σώσουν τη θάλασσά τους» (“Stop the Plastic Flood: How Mediterranean countries can save their sea”).

Η αναλυτική αυτή έκθεση, η οποία δίνεται σε δημοσιότητα ενόψει της Παγκόσμιας Ημέρας Ωκεανών (8 Ιουνίου), εξετάζει το σύστημα διαχείρισης των πλαστικών που εφαρμόζουν όλες οι μεσογειακές χώρες, αξιολογώντας παράλληλα, τις επιδόσεις τους στην αντιμετώπιση της πλαστικής ρύπανσης. Αποτυχίες και ευθύνες των παραγωγών, των αρχών και των καταναλωτών διαπιστώνονται σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, ενώ τα στοιχεία συνθέτουν την εικόνα ενός εξαιρετικά αναποτελεσματικού, δαπανηρού και ρυπογόνου συστήματος διαχείρισης πλαστικών απορριμμάτων που λειτουργεί σε όλη τη Μεσόγειο.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την έκθεση, κάθε χρόνο, 570.000 τόνοι πλαστικού καταλήγουν στα νερά της Μεσογείου – είναι, δηλαδή, σαν να ρίχνουμε στη θάλασσα 33.800 πλαστικά μπουκάλια το λεπτό. Η πλαστική ρύπανση αναμένεται πως θα συνεχίσει να αυξάνεται με ραγδαίους ρυθμούς τα επόμενα χρόνια, ενώ η παραγωγή πλαστικών απορριμμάτων στην περιοχή υπολογίζεται ότι θα τετραπλασιαστεί έως το 2050.

H έκθεση του WWF περιέχει επίσης, έναν λεπτομερή οδικό χάρτη για την Ελλάδα, όπου αποτυπώνεται η υφιστάμενη κατάσταση στη χώρα και περιγράφονται πολιτικές και πρωτοβουλίες που χρειάζεται να εφαρμοστούν κατά προτεραιότητα, προκειμένου να βαδίσει η χώρα προς μία βιώσιμη κυκλική οικονομία με μηδενικά πλαστικά απορρίμματα. Ο οδικός χάρτης εντοπίζει πολλές καθυστερήσεις στην υλοποίηση μέτρων για τη διαχείριση των πλαστικών απορριμμάτων και υποδεικνύει πρωτοβουλίες που θα έπρεπε να αναλάβει η Πολιτεία, όπως για παράδειγμα η απαγόρευση χρήσης αχρείαστων πλαστικών (π.χ. μαχαιροπήρουνα, καλαμάκια), η δημιουργία ξεχωριστού ρεύματος ανακύκλωσης για πλαστικά απορρίμματα και η επιβολή κυρώσεων προς επιχειρήσεις που δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη για τα πλαστικά σκουπίδια που παράγουν.

«Η κατάσταση στην Ελλάδα είναι εξίσου απογοητευτική. Κάθε χρόνο η χώρα μας παράγει περίπου 700.000 τόνους πλαστικών απορριμμάτων ή διαφορετικά, 68 κιλά πλαστικών κατά κεφαλήν. Εκτιμάται ότι περίπου 11.500 τόνοι πλαστικά απορρίμματα καταλήγουν στις ελληνικές θάλασσες ετησίως, ενώ σχεδόν το 70% από αυτά επιστρέφει πίσω στις ελληνικές ακτές. Δεν υπάρχει άλλο περιθώριο αναμονής, καθώς τα πλαστικά απορρίμματα έχουν ήδη κατακλύσει το περιβάλλον και την ίδια μας τη ζωή. Τώρα είναι η στιγμή για να ληφθούν δραστικά μέτρα που θα μας εξασφαλίσουν καθαρές θάλασσες κι ένα μέλλον απαλλαγμένο από αχρείαστα πλαστικά», τονίζει ο Αχιλλέας Πληθάρας, υπεύθυνος προγραμμάτων ευαισθητοποίησης του WWF Ελλάς.

 

Επιπλέον παράγοντες που εντείνουν την πλαστική ρύπανση:

  • Οι μεσογειακές επιχειρήσεις διαθέτουν κάθε χρόνο στην αγορά 38 εκατομμύρια τόνους πλαστικών προϊόντων, αλλά η συνδρομή τους στη διαχείριση των πλαστικών απορριμμάτων που παράγονται δεν είναι ακόμα αποτελεσματική. Επιπλέον, λόγω του χαμηλού κόστους του “παρθένου” πλαστικού, δεν επενδύουν στον σχεδιασμό νέων προϊόντων που βασίζονται στην επαναχρησιμοποίηση, μείωση ή και αντικατάσταση του “παλιού” πλαστικού.
  • Οι παράκτιες δραστηριότητες ευθύνονται για τη μισή ποσότητα του πλαστικού που εισέρχεται στη Μεσόγειο κάθε μέρα, ενώ όπως σημειώνει η έρευνα, κάθε χιλιόμετρο ακτογραμμής συσσωρεύει πάνω από 5 κιλά πλαστικών. Στις παράκτιες περιοχές με τα μεγαλύτερα ποσοστά ρύπανσης περιλαμβάνονται δημοφιλείς τουριστικοί προορισμοί, όπως η Βαρκελώνη, το Τελ Αβίβ, η Βαλένθια, ο κόλπος της Μασσαλίας και οι ακτές της Βενετίας, ενώ την πρωτιά στη ρύπανση από πλαστικά απορρίμματα καταλαμβάνει η τουρκική Κιλικία.
  • Τα προβλήματα στη διαχείριση των πλαστικών απορριμμάτων στη Μεσόγειο επιδεινώνονται σημαντικά και από τον τουρισμό, σύμφωνα με την έκθεση, δεδομένου ότι οι τουρίστες την περίοδο του καλοκαιριού αυξάνουν την παραγωγή απορριμμάτων κατά 30% σε πολλές παράκτιες περιοχές της Μεσογείου. Ειδικότερα, στην Ελλάδα, ο τουρισμός αυξάνει τα πλαστικά απορρίμματα κατά 26% τη θερινή περίοδο, επιφέροντας κόστος διαχείρισης της τάξης των 4-8 εκατ. ευρώ.
  • Κυβερνήσεις και δήμοι εξακολουθούν να μη διαχειρίζονται σωστά τα στερεά απόβλητα. Τα απορρίμματα δεν συλλέγονται, αλλά εναποτίθενται παράνομα σε χώρους υγειονομικής ταφής ή σε παράνομες χωματερές, με αυξημένες πιθανότητες να διαρρεύσουν σε ποτάμια και στη θάλασσα. Οι χώροι υγειονομικής ταφής και η καύση παραμένουν οι κύριες μέθοδοι διαχείρισης των πλαστικών απορριμμάτων σε ολόκληρη τη Μεσόγειο.

Στην Ελλάδα, το μεγαλύτερο μέρος των πλαστικών απορριμμάτων καταλήγει στις χωματερές, λόγω δυσκολιών στη συλλογή και τη διαχείριση αποβλήτων, ενώ το 6% εκτιμάται πως τελικά διαρρέει στο περιβάλλον. Παρότι στη χώρα μας υπάρχει νομικό πλαίσιο για τον περιορισμό της πλαστικής ρύπανσης, η εφαρμογή του είναι προβληματική εξαιτίας των πιέσεων από τους εμπλεκόμενους φορείς και της έλλειψης κατάρτισης και ενημέρωσης.

Αντίστοιχα, η κατάσταση στη Μεσόγειο επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι πολλές από τις χώρες που έχουν ήδη προβλήματα με τη διαχείριση απορριμμάτων, εισάγουν μεγάλες ποσότητες πλαστικών αποβλήτων.

Όσον αφορά στην ανακύκλωση αυτών των απορριμμάτων, λίγες μόνο χώρες της Μεσογείου επιδεικνύουν ικανοποιητικά αποτελέσματα. Στην Ελλάδα, την Τουρκία και την Τυνησία εκτιμάται ότι το 50% των απορριμμάτων που συλλέγεται για ανακύκλωση είναι επιμολυσμένο με μη ανακυκλώσιμα απόβλητα, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται η όλη διαδικασία ανακύκλωσης πλαστικών.

Με βάση τα παραπάνω, τα πλαστικά απορρίμματα δεν επιφέρουν επιπτώσεις μόνο στο θαλάσσιο περιβάλλον, αλλά και στην οικονομία, καθώς κοστίζουν περίπου 641 εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο στους τομείς του τουρισμού, της αλιείας και της ναυτιλίας της Μεσογείου. Ειδικότερα, η οικονομία της Ελλάδας εκτιμάται ότι χάνει 26 εκατομμύρια ευρώ ετησίως εξαιτίας της πλαστικής ρύπανσης.

Στο πλαίσιο αυτό, το WWF προτρέπει τις κυβερνήσεις των μεσογειακών χωρών να υποστηρίξουν από κοινού μια παγκόσμια νομικά δεσμευτική συμφωνία για την εξάλειψη της διαρροής πλαστικών στη φύση έως το 2030. Οι δημόσιες αρχές, η βιομηχανία, αλλά και οι πολίτες είναι επίσης απαραίτητο, να ενώσουν τις δυνάμεις τους για την οικοδόμηση ενός καινοτόμου και οικονομικά αποδοτικού συστήματος διαχείρισης των πλαστικών.