Χατζηδάκης: Αυξημένες επενδύσεις για απολιγνιτοποίηση και εκσυγχρονισμό δικτύων

Τον σημαντικό ρόλο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) για την χρηματοδότηση των έργων που συνδέονται με την απολιγνιτοποίηση και την Δίκαιη Μετάβαση των λιγνιτικών περιοχών, τον εκσυγχρονισμό των ηλεκτρικών δικτύων και τις δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας ανέδειξε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κωστής Χατζηδάκης, χαιρετίζοντας την εκδήλωση για την υπογραφή δανειακής σύμβασης ύψους 100 εκατ. ευρώ μεταξύ της ΕΤΕπ και της ΔΕΗ.

Ο κ. Χατζηδάκης έκανε ειδική μνεία στην πολύχρονη γνωριμία του με τον πρόεδρο της ΕΤΕπ Werner Hoyer και τον ρόλο που αυτός διαδραμάτισε για την επανεκκίνηση σημαντικών έργων κατά τη διάρκεια της κρίσης στην Ελλάδα.

Αναφερόμενος στην δανειακή σύμβαση που υπεγράφη σήμερα, υπογράμμισε ότι στηρίζει την ενίσχυση και τον εκσυγχρονισμό του δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και αποτελεί σημαντική «προίκα» για τον Διαχειριστή του δικτύου, ΔΕΔΔΗΕ, ενόψει και της έναρξης της διαδικασίας μερικής ιδιωτικοποίησής του τους επόμενους μήνες. «Ο ΔΕΔΔΗΕ ήταν μια εταιρεία με περιορισμένες επενδύσεις τα τελευταία χρόνια. Η σημερινή συμφωνία θα συντελέσει στην αύξηση των αναγκαίων επενδύσεων και στην αναβάθμιση του δικτύου του», είπε χαρακτηριστικά.

Ο κ. Χατζηδάκης απαρίθμησε στη συνέχεια ορισμένα από τα εμβληματικά ενεργειακά έργα που υλοποιούνται με τη χρηματοδοτική συνδρομή της ΕΤΕπ,  όπως είναι ο αγωγός φυσικού αερίου ΤΑΡ που θα εγκαινιαστεί σύντομα, η ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Πελοποννήσου (που ολοκληρώνεται εντός του έτους) και η επέκταση των δικτύων διανομής φυσικού αερίου στη χώρα. «Είναι ένα θέμα ποιος θα είναι ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για μελλοντικά δίκτυα φυσικού αερίου και θα συζητηθεί μεταξύ της κυβέρνησης και της Τράπεζας, για να δούμε πώς οι στόχοι της μπορεί να είναι συμβατοί με τους δικούς μας», σημείωσε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, αναφερόμενος στην απόφαση που έλαβε η ΕΤΕπ να σταματήσει να χρηματοδοτεί νέα έργα που αφορούν σε ορυκτά καύσιμα –συμπεριλαμβανομένου και του φυσικού αερίου- από το 2022 κι εφεξής.

«Προσβλέπουμε ασφαλώς γενικότερα στη στήριξη της Τράπεζας για την

υλοποίηση των στόχων του φιλόδοξου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα που προβλέπει πράσινες επενδύσεις 44 δισ. ευρώ την επόμενη δεκαετία. Η Ελλάδα στοχεύει να αυξήσει τη διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό της μείγμα στο 35% μέχρι το 2030 και στο 60% σε σχέση με την ηλεκτροπαραγωγή. Όλα αυτά είναι συνδεδεμένα με τη δέσμευσή μας να αποσύρουμε όλες τις λιγνιτικές μονάδες έως το 2028.  Το πρόγραμμά μας για την απολιγνιτοποίηση είναι σε εξέλιξη. Έχουμε παρουσιάσει 12 επιμέρους στόχους. Θα κατατεθεί μέχρι το καλοκαίρι το Σχέδιο Δίκαιης Μετάβασης στις Βρυξέλλες. Και προσδοκούμε από την ΕΤΕπ την αναγκαία στήριξη για την υλοποίηση και αυτού του πλάνου της κυβέρνησης και της ΔΕΗ.

Επιδιώκουμε παράλληλα την ηλεκτρική διασύνδεση σχεδόν όλων των νησιών μας μέχρι το 2030- Κρήτη και Κυκλάδες  έως το 2024.  Και βέβαια δίνουμε ιδιαίτερη έμφαση στην εξοικονόμηση ενέργειας, την οποία προωθούμε με σειρά δράσεων από την ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης ως την υλοποίηση σειράς προγραμμάτων για την ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων είτε πρόκειται για κατοικίες είτε πρόκειται για επιχειρήσεις και δημόσια κτίρια. Είναι ενδεικτικό ότι προβλέπεται να αυξήσουμε 3,5 φορές τα κονδύλια για αυτό το στόχο μέσα στην επόμενη δεκαετία, μιλώντας για την αναβάθμιση περισσότερων από 500 χιλιάδες κατοικιών μέσα στη δεκαετία.

Η στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης έχει αλλάξει. Αντί να δίνουμε μάχες οπισθοφυλακών, αντί να είμαστε από τους τελευταίους στην ΕΕ και να πιεζόμαστε από τις Βρυξέλλες για να εφαρμόσουμε την ευρωπαϊκή ενεργειακή και περιβαλλοντική πολιτική, αποφασίσαμε μόνοι μας συνειδητά να πάμε στην εμπροσθοφυλακή. Να υιοθετήσουμε μία σύγχρονη πράσινη ατζέντα η οποία όχι μόνο εναρμονίζεται με την πολιτική της ΕΤΕπ, αλλά και υπηρετεί τα συμφέροντα των πολιτών, ανταποκρινόμενη στις ανησυχίες της νέας γενιάς. Γι’ αυτό και θεωρούμε ότι τα επόμενα χρόνια η συνεργασία μας με την ΕΤΕπ για τα θέματα του περιβάλλοντος και της ενέργειας όχι μόνο θα συνεχιστεί αλλά θα ενισχυθεί», κατέληξε ο κ. Χατζηδάκης.