Έρευνα για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη και τις Δράσεις ESG διεξήχθη από τη Διεύθυνση Οικονομικών – Κλαδικών Μελετών της ICAP CRIF Α.Ε., τα αποτελέσματα της οποίας παρουσιάζονται συνοπτικά στη συνέχεια.
Μεταξύ άλλων, σύμφωνα με την έρευνα, το 92% των επιχειρήσεων του δείγματος, αναγνωρίζουν τη σημαντικότητα της Βιώσιμης Ανάπτυξης και της Εταιρικής Υπευθυνότητας χαρακτηρίζοντάς την ως «πολύ» ή «πάρα πολύ» σημαντική.
Δήλωση Νικήτα Κωνσταντέλλου, Προέδρου & CEO της ICAP CRIF
Η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελεί παγκόσμια προτεραιότητα που κινητοποιεί τις κυβερνήσεις, την κοινωνία των πολιτών και τις επιχειρήσεις προς την υιοθέτηση νέων πρακτικών. Με τη θέσπιση των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών έχει διαμορφωθεί μια νέα αντίληψη σχετικά με το ρόλο των εταιρειών. Είναι γεγονός ότι όλο και περισσότερες επιχειρήσεις προβαίνουν στη μέτρηση, τη δημοσιοποίηση και τη διαχείριση των κινδύνων και των ευκαιριών που αφορούν στη βιώσιμη ανάπτυξη.
Η ενεργειακή κρίση κατέστησε ακόμα πιο αναγκαία και επιτακτική την ανάγκη μετάβασης των ελληνικών επιχειρήσεων στη βιώσιμη ανάπτυξη, αναπροσαρμόζοντας τα επιχειρηματικά μοντέλα και τις στρατηγικές τους στη βάση των κριτηρίων ESG, ώστε να ανταποκριθούν στις σημερινές προκλήσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 92% των επιχειρήσεων του δείγματος, αναγνωρίζουν τη σημαντικότητα της Βιώσιμης Ανάπτυξης και της Εταιρικής Υπευθυνότητας χαρακτηρίζοντάς την ως «πολύ» ή «πάρα πολύ» σημαντική, με σχεδόν 6 στις 10 επιχειρήσεις να δηλώνουν ότι δαπάνησαν υψηλότερα ποσά για την υλοποίηση πρακτικών ESG το 2021 σε σχέση με το 2020.
Ωστόσο, οι εταιρείες κρίνουν ότι υπάρχουν ακόμα περιθώρια ανάπτυξης των δράσεων ESG, αφού το 57% θεωρεί ότι ο βαθμός διείσδυσης / εφαρμογής των σχετικών πρακτικών κυμαίνεται σε μέτρια επίπεδα. Επίσης, η πλειονότητα των επιχειρήσεων θεωρούν ως τα κυριότερα οφέλη που αποκομίζουν από την υλοποίηση δράσεων ESG, την ενίσχυση της εταιρικής τους εικόνας (94%), τη δημιουργία μακροπρόθεσμης αξίας για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (93%) καθώς και την προσέλκυση και διατήρηση υψηλού επιπέδου ανθρωπίνου δυναμικού (91%).
Οι ενέργειες των εταιρειών που αφορούν στην κοινωνία καλύπτουν το μεγαλύτερο μερίδιο (39%) στο συνολικό προϋπολογισμό των εταιρειών για τις δράσεις βιώσιμης ανάπτυξης – ESG, ακολουθούν οι περιβαλλοντικές (36%) και οι σχετικές με την εταιρική διακυβέρνηση δράσεις (25%). Η δαπάνη για την εφαρμογή ενός προγράμματος βιώσιμης ανάπτυξης σε συνδυασμό με τις πιέσεις που δέχονται οι ελληνικές επιχειρήσεις λόγω της ενεργειακής κρίσης, θεωρούνται οι κυριότεροι ανασταλτικοί παράγοντες υλοποίησης πρακτικών ESG.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις μέσω των δράσεων ESG, πρέπει να στοχεύουν στην αύξηση της κοινωνικής προσφοράς τους, παράλληλα με τη μείωση του περιβαλλοντικού και ενεργειακού τους αποτυπώματος, παραμένοντας προσηλωμένες στην ηθική και αποτελεσματική εταιρική διακυβέρνηση. Προς αυτήν την κατεύθυνση η ενημέρωση της κοινωνίας, η εκπαίδευση των στελεχών των επιχειρήσεων και η παροχή κινήτρων από την πλευρά της Πολιτείας, είναι ενέργειες που μπορούν να ενθαρρύνουν περισσότερες επιχειρήσεις στην υιοθέτηση πρακτικών Εταιρικής Υπευθυνότητας.