ΙΕΛΚΑ: Θέλουμε πράσινα προϊόντα – Αρκεί να μην κοστίζουν

Το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) πραγματοποιεί  ετήσια κυλιόμενη έρευνα καταναλωτών σε σχέση με θέματα της επικαιρότητας, με δείγμα  1.500 καταναλωτές από όλη την Ελλάδα. Η τελευταία έρευνα πραγματοποιήθηκε το Α’ τρίμηνο 2025 και αφορούσε μια σειρά θεμάτων σε σχέση με την καταναλωτική και  αγοραστική συμπεριφορά, ανάμεσα τους σε σχέση με την προστασία του περιβάλλοντος και  τη σπατάλη τροφίμων.

Όπως προκύπτει από τα ευρήματα σχετικά με τις στάσεις των καταναλωτών αναφορικά  με την περιβαλλοντική τους συνείδηση και τις καταναλωτικές τους επιλογές, όπως αυτές  σχετίζονται με την παραγωγή προϊόντων, τη συσκευασία και τη λιανική πώληση, 2 στους  3 περίπου καταναλωτές να θεωρούν σημαντικά τα θέματα περιβάλλοντος. Καταγράφεται προτίμηση για πρακτικές με μειωμένο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, όπως η επιθυμία για  λιγότερες πλαστικές συσκευασίες στα τρόφιμα (57%), επιθυμία για μείωση των  περιβαλλοντικών επιπτώσεων των προϊόντων που επιλέγουν (63%) και επιθυμία τα  προϊόντα να παράγονται με φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές (65%).

Ωστόσο, η θετική στάση δεν φαίνεται να μεταφράζεται σε ανάλογη αγοραστική συμπεριφορά. Μόλις το 17% των καταναλωτών, δηλαδή 1 στους 7 δηλώνει πρόθυμο να  πληρώσει περισσότερο για προϊόντα των οποίων η παραγωγή δεν επιβαρύνει το  περιβάλλον, ενώ το ίδιο ποσοστό δηλώνει πρόθυμο να πληρώσει για αγορές σε  καταστήματα που δεν επιβαρύνουν το περιβάλλον. Ενδεικτικό είναι ότι το 37% δηλώνει ότι  ανάμεσα σε δύο ίδια προϊόντα από τα οποία το ένα δεν επιβαρύνει το περιβάλλον θα  επέλεγαν πάντα το φθηνότερο. Αρκετά υψηλότερα είναι τα ποσοστά των καταναλωτών σε  θέματα προστασίας των ζώων με το 39% δηλώνει ότι θα πλήρωνε περισσότερο για  προϊόντα που διασφαλίζουν τη μη κακοποίηση των ζώων.

Τα στοιχεία αυτά υπογραμμίζουν τόσο ένα κενό ανάμεσα στη δηλωμένη περιβαλλοντική  στάση και στην πραγματική καταναλωτική συμπεριφορά, όσο και την επιβαρυμένη  οικονομική κατάσταση του καταναλωτικού κοινού.

Παράλληλα με την περιβαλλοντική στάση καταγράφεται και ένα κοινό με σχετικά χαμηλή  σπατάλη τροφίμων, κάτι που δείχνει την ευαισθησία του κοινού σε οικονομικά θέματα και  εμμέσως συμβάλει στην προστασία του περιβάλλοντος. Η αποφυγή της σπατάλης  τροφίμων συμβάλλει στην προστασία του περιβάλλοντος, καθώς μειώνει την ανάγκη για  υπερπαραγωγή, περιορίζει την κατανάλωση φυσικών πόρων (όπως νερό και ενέργεια) και  μειώνει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που συνδέονται με την παραγωγή, τη  μεταφορά και τη διάθεση των απορριπτόμενων τροφίμων.

Όπως προκύπτει από την έρευνα, σχεδόν τα μισά νοικοκυριά 59% δηλώνουν ότι πετούν ένα  ποσοστό των τροφίμων που αγοράζουν, ενώ ένα επιπλέον 41% ισχυρίζεται ότι δεν πετά  καθόλου τρόφιμα. Παρότι τα ποσοστά σπατάλης είναι συγκρατημένα, πρέπει να σημειωθεί  ότι παραδοσιακά οι καταναλωτές τείνουν να υποεκτιμούν τη σπατάλη τους (παροχή  κοινωνικά επιθυμητών απαντήσεων), ενώ ακόμα και αυτά τα χαμηλά ποσοστά αντιστοιχούν  σε μεσοσταθμική σπατάλη τροφίμων η οποία φτάνει τα 40 κιλά ή πάνω από 150 ευρώ ανά  νοικοκυριό τον χρόνο, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 3,3% της συνολικής κατανάλωσης  τροφίμων.

Σύμφωνα με την έρευνα,  μόλις το 11% θεωρεί ότι το νοικοκυριό του σπαταλά μεγάλη  ποσότητα τροφίμων, ενώ η απόρριψη τροφίμων κρίνεται ενοχικά σχεδόν από το σύνολο του  κοινού (94%). Όσον αφορά τα αίτια της σπατάλης, ένα σημαντικό ποσοστό 51% αποδίδει τη  σπατάλη στην κακή διαχείριση των υπολειμμάτων φαγητού, ενώ το 33% δηλώνει ότι  αγοράζει περισσότερα απ’ όσα χρειάζεται.

Σε γενικές γραμμές τα αποτελέσματα δείχνουν ότι κατά βάση η συμπεριφορά των  καταναλωτών την παρούσα περίοδο επηρεάζεται κυρίως από οικονομικά κριτήρια, κάτι που  δείχνει την πίεση του καταναλωτικού κοινού, ενώ φαίνεται ότι υπάρχει ένα έλλειμα στην  περιβαλλοντική συνείδηση σε μεγάλες ομάδες του πληθυσμού, κάτι που ενδεχομένως να  επηρεάσει μελλοντικές στρατηγικές και πρακτικές προστασίας του περιβάλλοντος.