Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Εγκρίνει νέο κανονισμό κατά της παγκόσμιας αποψίλωσης των δασών

Για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και της απώλειας βιοποικιλότητας, οι εταιρείες θα διασφαλίζουν ότι τα προϊόντα στην ΕΕ δεν προέρχονται από αποψιλωμένα ή υποβαθμισμένα εδάφη.

Ο κανονισμός δεν αποκλείει τις εισαγωγές από οποιαδήποτε χώρα και δεν απαγορεύει κανένα συγκεκριμένο εμπόρευμα. Ωστόσο, προϊόντα θα μπορούν να διατίθενται στην ΕΕ μόνο εάν η προμηθεύτρια εταιρεία έχει εκδώσει τη λεγόμενη δήλωση «δέουσας επιμέλειας», βεβαιώνοντας ότι το προϊόν δεν προέρχεται από αποψιλωμένη γη ή δεν έχει οδηγήσει σε υποβάθμιση των δασών, συμπεριλαμβανομένων των αναντικατάστατων πρωτογενών δασών, μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2020.

Όπως ζήτησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οι εταιρείες θα πρέπει επίσης να εξακριβώνουν ότι τα προϊόντα αυτά συμμορφώνονται με τη νομοθεσία της χώρας παραγωγής, ιδιαίτερα όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, και ότι έχουν τηρηθεί τα δικαιώματα των αυτοχθόνων πληθυσμών που εξαρτώνται από τα δάση.

Τα προϊόντα που καλύπτει ο κανονισμός

Ο νέος κανονισμός αφορά τα εξής προϊόντα: βοοειδή, κακάο, καφές, φοινικέλαιο, σόγια και προϊόντα ξυλείας, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων που περιέχουν, έχουν εκτραφεί ή έχουν παρασκευαστεί με τη χρήση αυτών των προϊόντων (για παράδειγμα δέρμα, σοκολάτα και έπιπλα), όπως προέβλεπε η αρχική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων οι ευρωβουλευτές πέτυχαν να συμπεριληφθούν στον κατάλογο αυτόν το καουτσούκ, ο άνθρακας, τα προϊόντα τυπωμένου χαρτιού και ορισμένα παράγωγα φοινικέλαιου.

Το Κοινοβούλιο εξασφάλισε επίσης ότι ο ορισμός της υποβάθμισης των δασών θα είναι ευρύτερος και θα καλύπτει τη μετατροπή φυσικά αναγεννώμενων δασών και πρωτογενών δασών σε δασική φυτεία ή σε άλλη δασική έκταση.

Έλεγχοι με βάση το επίπεδο κινδύνου

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα διενεργήσει μια αντικειμενική και διαφανή αξιολόγηση κινδύνου εντός 18 μηνών από την έναρξη ισχύος του νέου κανονισμού και, βάσει των αποτελεσμάτων, θα ταξινομήσει τις χώρες, ή περιοχές τους, ανάλογα με το επίπεδο κινδύνου: χαμηλό, σύνηθες, ή υψηλό. Τα προϊόντα από χώρες χαμηλού κινδύνου θα υπόκεινται σε απλουστευμένη διαδικασία δέουσας επιμέλειας. Το ποσοστό των ελέγχων που θα διενεργούν οι αρμόδιες αρχές στις επιχειρήσεις θα εξαρτάται από το επίπεδο κινδύνου της χώρας: 9% των επιχειρήσεων για τις χώρες υψηλού κινδύνου, 3% για τις χώρες συνήθους κινδύνου και 1% για τις χώρες χαμηλού κινδύνου.

Οι αρχές της ΕΕ θα έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες που θα παρέχουν οι εταιρείες, όπως συντεταγμένες γεωγραφικής θέσης. Θα μπορούν επίσης να διενεργούν ελέγχους με τη βοήθεια εργαλείων δορυφορικής παρακολούθησης και ανάλυσης DNA για να εξακριβώνουν την προέλευση των προϊόντων.

Οι κυρώσεις για μη συμμόρφωση θα είναι αναλογικές και αποτρεπτικές. Το μέγιστο πρόστιμο θα ανέρχεται τουλάχιστον στο 4% του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών στην ΕΕ της επιχείρησης που δεν τηρεί τους κανόνες.

Ο νέος κανονισμός εγκρίθηκε με 552 ψήφους υπέρ, 44 κατά και 43 αποχές.

Δηλώσεις

Μετά την ψηφοφορία, ο εισηγητής Christophe Hansen (ΕΛΚ, Λουξεμβούργο) δήλωσε: «Μέχρι σήμερα τα ράφια των σούπερ μάρκετ μας ήταν γεμάτα από προϊόντα καλυμμένα από τις στάχτες τροπικών δασών και οικοσυστημάτων που χάθηκαν για πάντα, τα οποία ήταν υπεύθυνα για την εξάλειψη των μέσων διαβίωσης των αυτόχθονων πληθυσμών. Πολύ συχνά, οι καταναλωτές δεν το γνώριζαν αυτό. Νιώθω ανακούφιση, γιατί οι Ευρωπαίοι καταναλωτές θα μπορούν πλέον να είναι σίγουροι ότι δεν θα γίνονται άθελά τους συνένοχοι στην αποψίλωση των δασών, όταν τρώνε μια σοκολάτα ή απολαμβάνουν τον καφέ τους. Ο νέος κανονισμός δεν είναι μόνο σημαντικός για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και της απώλειας βιοποικιλότητας, αλλά επίσης γιατί θα μας επιτρέψει επιτέλους να εμβαθύνουμε τις εμπορικές σχέσεις με χώρες που συμμερίζονται τις περιβαλλοντικές μας αξίες και φιλοδοξίες».

Συνέντευξη Τύπου με τον κ. Hansen έχει προγραμματιστεί για σήμερα στις 14.30 (ώρα Κεντρικής Ευρώπης). Μπορείτε να την παρακολουθήσετε ζωντανά εδώ.

Επόμενα βήματα

Το κείμενο του κανονισμού θα πρέπει πλέον να εγκριθεί επίσημα από το Συμβούλιο. Στη συνέχεια θα δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ και θα τεθεί σε ισχύ 20 ημέρες αργότερα.