“Η αποκατάσταση των ποταμών δεν είναι πολυτέλεια. Είναι αναγκαιότητα και προϋποθέτει συλλογική προσπάθεια”. Αυτό ήταν το κεντρικό μήνυμα του πρώτου Εθνικού Εργαστηρίου για την Αποκατάσταση της Ελεύθερης Ροής των Ποταμών στην Ελλάδα, που άνοιξε τη δημόσια συζήτηση για την ανάγκη απομάκρυνσης φραγμών από τα ποτάμια της χώρας.
Με επιτυχία και ενθαρρυντικά μεγάλη συμμετοχή ολοκληρώθηκε το πρώτο Εθνικό Εργαστήριο, που διοργάνωσε το MedINA στις 2 και 3 Απριλίου στην Αθήνα, φέρνοντας στο προσκήνιο την πρακτική-κλειδί στην αποκατάσταση των ποτάμιων οικοσυστημάτων και τον μετριασμό ενάντια στην απώλεια της βιοποικιλότητας. Για πρώτη φορά στην Ελλάδα, εκπρόσωποι του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, του ΟΦΥΠΕΚΑ, ερευνητές του ΕΛΚΕΘΕ, μηχανικοί, διεθνείς εμπειρογνώμονες, οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών και ενδιαφερόμενοι πολίτες βρέθηκαν μαζί, με κοινό στόχο να φωτίσουν όλες τις πτυχές της ελεύθερης ροής των ποταμών και την αποκατάστασή τους.
Το Εργαστήριο ανέδειξε τη σημασία απομάκρυνσης παρωχημένων και μη λειτουργικών εμποδίων -όπως οι μικροί υδατοφράκτες, τα εγκαταλελειμμένα αρδευτικά φράγματα και οι οχετοί-, πρακτική που εφαρμόζεται ευρέως στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ με σημαντικά αποτελέσματα. Ωστόσο, στην Ελλάδα δεν έχει ακόμα πραγματοποιηθεί καμία αφαίρεση φραγμού, ενώ ο ανοιχτός διάλογος παραμένει περιορισμένος και συχνά παρερμηνευμένος.
Αναφορικά με την ισχύ του Κανονισμού για την Αποκατάσταση της Φύσης (Nature Restoration Regulation), το Εργαστήριο εστίασε στο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, τις νομικές και διοικητικές προκλήσεις της διαδικασίας σε εθνικό επίπεδο, καθώς και στην ανάγκη για τη δημιουργία σαφών και μετρήσιμων στόχων σχετικά με την απομάκρυνση εμποδίων.
Βάσει του Κανονισμού, τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. οφείλουν να απελευθερώσουν συνολικά 25.000χλμ. ποταμών, με τη δημιουργία Εθνικού Σχεδίου Αποκατάστασης το οποίο θα πρέπει να κατατεθεί στην Ε.Ε., προς έγκριση, μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2026.
Καθ’ όλη τη διάρκεια των εργασιών, τονίστηκε πως η ύπαρξη φραγμών δεν αποτελεί μόνο τεχνικό ή ενεργειακό ζήτημα, αλλά θέμα με περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις πρωτίστως. Τέθηκε υπό συζήτηση η αντίληψη της υδροηλεκτρικής ενέργειας ως “ανανεώσιμης πηγής” σε μια πραγματικότητα που ο βασικός της πόρος, το νερό, γίνεται όλο και πιο σπάνιος από την ίδια την κλιματική αλλαγή, αλλά και όταν αυτή συνεπάγεται καταστροφή φυσικών οικοσυστημάτων.