Ευρωπαϊκή Επιτροπή: Προτείνει δέσμη μέτρων για την ισότητα και την καταπολέμηση των διακρίσεων

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε σήμερα δύο προτάσεις για την ενίσχυση των φορέων ισότητας, και ιδίως της ανεξαρτησίας, των πόρων και των αρμοδιοτήτων τους, ώστε να είναι σε θέση να καταπολεμούν αποτελεσματικότερα τις διακρίσεις στην Ευρώπη. Οι φορείς ισότητας διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο όσον αφορά την παροχή βοήθειας στα θύματα διακρίσεων και την εξασφάλιση της πρακτικής εφαρμογής της ενωσιακής νομοθεσίας για την απαγόρευση των διακρίσεων. Αυτή η νέα νομοθεσία θα διασφαλίσει ότι οι φορείς ισότητας μπορούν να αξιοποιήσουν πλήρως τις δυνατότητές τους. Θα εξασφαλίσει καλύτερη προστασία στα θύματα διακρίσεων και θα συμβάλει στην πρόληψη των διακρίσεων.

Ενδυνάμωση των φορέων ισότητας

Οι υφιστάμενοι κανόνες της ΕΕ για τους φορείς ισότητας αφήνουν ευρύ περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στα κράτη μέλη όσον αφορά τη σύσταση και τη λειτουργία τους. Αυτό προκάλεσε σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών, ιδίως σε ό,τι αφορά τις αρμοδιότητες, την ανεξαρτησία, τους πόρους, την προσβασιμότητα και την αποτελεσματικότητα των φορέων ισότητας. Η Επιτροπή προτείνει ένα σύνολο δεσμευτικών κανόνων για την ενίσχυση του ρόλου και της ανεξαρτησίας των φορέων ισότητας:

  • Ενισχυμένες αρμοδιότητες: Οι προτάσεις επεκτείνουν το πεδίο αρμοδιότητας των φορέων ισότητας ώστε να καλυφθεί από δύο υφιστάμενες οδηγίες, την οδηγία για την ισότητα στην απασχόληση και την οδηγία για την ισότητα των φύλων στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης.
  • Ανεξαρτησία: Προβλέπεται η νομική απαίτηση οι φορείς ισότητας να είναι απαλλαγμένοι από εξωτερικές επιρροές, ιδίως όσον αφορά τη νομική δομή, τη λογοδοσία, τον προϋπολογισμό και τη στελέχωσή τους, καθώς και θέματα οργάνωσης.
  • Επαρκείς πόροι: Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν στους φορείς ισότητας τους ανθρώπινους, τεχνικούς και οικονομικούς πόρους που είναι αναγκαίοι για την αποτελεσματική άσκηση όλων των αρμοδιοτήτων τους.
  • Προσβασιμότητα για όλα τα θύματα: Οι υπηρεσίες των φορέων ισότητας θα πρέπει να είναι δωρεάν και προσιτές σε όλα τα θύματα επί ίσοις όροις, μεταξύ άλλων στα άτομα με αναπηρία. Οι φορείς ισότητας θα πρέπει επίσης να παρέχουν στους καταγγέλλοντες προκαταρκτική αξιολόγηση της υπόθεσής τους.
  • Διαβούλευση σχετικά με τη νομοθετική διαδικασία και τη διαδικασία χάραξης πολιτικής: Θα υπάρχει η απαίτηση οι δημόσιοι οργανισμοί να διαβουλεύονται εγκαίρως με τους φορείς ισότητας και να λαμβάνουν υπόψη τις συστάσεις τους σε θέματα που σχετίζονται με τις διακρίσεις και την ίση μεταχείριση· οι φορείς ισότητας θα συνεργάζονται επίσης με άλλα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη για την ανταλλαγή γνώσεων και τη δημιουργία συνεργειών.
  • Ενισχυμένες αρμοδιότητες σε υποθέσεις διακρίσεων: Οι φορείς ισότητας θα μπορούν να διερευνούν υποθέσεις διακρίσεων, να εκδίδουν γνώμες ή δεσμευτικές αποφάσεις (ανάλογα με την επιλογή των κρατών μελών) και να ενεργούν ενώπιον των δικαστηρίων σε υποθέσεις διακρίσεων. Οι φορείς ισότητας θα μπορούν επίσης να προτείνουν στα μέρη μιας διαδικασίας καταγγελίας κάποιον εναλλακτικό μηχανισμό επίλυσης διαφορών, όπως συμβιβασμό ή διαμεσολάβηση.
  • Ευαισθητοποίηση: Τα κράτη μέλη και οι φορείς ισότητας θα εντείνουν τις προσπάθειές τους για την πρόληψη των διακρίσεων και την προώθηση της ισότητας.
  • Ανταλλαγή εμπειρογνωσίας: Οι φορείς ισότητας θα συντάσσουν τακτικές εκθέσεις σχετικά με την κατάσταση της ίσης μεταχείρισης και των διακρίσεων και θα μπορούν να διατυπώνουν συστάσεις.

Επί του παρόντος οι φορείς ισότητας δεν αποτελούν αντικείμενο κοινής επίσημης παρακολούθησης. Η πρόταση προβλέπει ότι η Επιτροπή θα θεσπίσει κοινούς δείκτες για την εκτίμηση των επιπτώσεων των προτεινόμενων μέτρων και τη διασφάλιση της συγκρισιμότητας των δεδομένων που συλλέγονται σε εθνικό επίπεδο. Η Επιτροπή θα εκδίδει ανά 5ετία έκθεση σχετικά με την κατάσταση των φορέων ισότητας σε ολόκληρη την ΕΕ.

Ιστορικό

Η ισότητα είναι μία από τις θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ. Το δίκαιο της ΕΕ απαιτεί από τα κράτη μέλη να συστήσουν φορείς ισότητας στο πλαίσιο της οδηγίας για τη φυλετική ισότητα (2000/43/ΕΚ), της οδηγίας για την ισότητα των φύλων στον τομέα των αγαθών και των υπηρεσιών (2004/113/ΕΚ), της οδηγίας για την ισότητα των φύλων στον τομέα της απασχόλησης (2006/54/ΕΚ) και της οδηγίας για την ισότητα των φύλων στον τομέα της αυτοαπασχόλησης (2010/41/ΕΕ). Η οδηγία για την ισότητα στην απασχόληση (2000/78/ΕΚ) και η οδηγία για την ισότητα των φύλων στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης (79/7/ΕΟΚ) δεν περιλαμβάνουν σχετικές διατάξεις.

Οι φορείς ισότητας είναι δημόσιοι οργανισμοί που παρέχουν βοήθεια σε θύματα διακρίσεων και εκδίδουν εκθέσεις και συστάσεις. Αποτελούν μέρος των θεσμικών ελέγχων και ισορροπιών σε μια υγιή δημοκρατία. Ενίσχυση των φορέων ισότητας σημαίνει κατοχύρωση της ισότητας και διασφάλιση της απαγόρευσης των διακρίσεων στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων.

Η Επιτροπή, για να ενισχύσει τις αρμοδιότητες και τη λειτουργία των φορέων ισότητας, εξέδωσε το 2018 μη δεσμευτική σύσταση σχετικά με τα πρότυπα για τους φορείς ισότητας. Ωστόσο, ορισμένα, μόνο, κράτη μέλη προέβησαν σε μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που επισημαίνονται στη σύσταση, ενώ τα περισσότερα ανέφεραν ότι δεν υπήρξε καμία αλλαγή ή ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν ήταν σημαντικές. Το 2019 το 59 % των Ευρωπαίων εξακολουθούσε να πιστεύει ότι οι διακρίσεις λόγω εθνοτικής καταγωγής ήταν ευρέως διαδεδομένες στη χώρα τους. Όσον αφορά τον γενετήσιο προσανατολισμό, τη θρησκεία, την αναπηρία και την ηλικία, τα ποσοστά ανέρχονται σε 53 %, 47 %, 44 % και 40 % αντιστοίχως. Με τόσο υψηλά επίπεδα διακρίσεων σε ολόκληρη την ΕΕ, η ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τα δικαιώματα των θυμάτων και οι γνώσεις σχετικά με τις διακρίσεις είναι περιορισμένες.

Η δημόσια διαβούλευση που πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο του 2022 επιβεβαίωσε ότι η πλειονότητα των ενδιαφερόμενων μερών τάσσεται υπέρ πρόσθετων κανόνων της ΕΕ για τη θέσπιση προτύπων σχετικά με τους φορείς ισότητας.

Η πρωτοβουλία αποτελείται από δύο ουσιαστικά ταυτόσημες προτάσεις οδηγίας. Ο λόγος ύπαρξης δύο προτάσεων είναι ότι οι έξι οδηγίες τις οποίες αφορά η πρωτοβουλία βασίζονται σε δύο διαφορετικές νομικές βάσεις που απαιτούν διαφορετικές διαδικασίες έκδοσης.