Την άποψη πως η συνδρομή των ιδιωτών στη σωτηρία του πλανήτη αποτελεί μονόδρομο επιβεβαίωσε η διάσκεψη ΡΙΟ 20+, η οποία όμως, δεν κατέληξε σε μία συγκεκριμένη και παγκόσμια «πράσινη» συμφωνία.
Η πολυαναμενόμενη και πολυσυζητημένη διάσκεψη των ηγετών των 20 μεγαλυτέρων χωρών του πλανήτη, έλαβε και επίσημα τέλος την Παρασκευή 22 Ιουνίου. Στη συγκεκριμένη διάσκεψη ήταν στραμμένο όλο το οικονομικό, πολιτικό αλλά και περιβαλλοντικό ενδιαφέρον της υφηλίου. Οι εξελίξεις πάντως δεν δικαίωσαν όσους πίστευαν πως η συγκεκριμένη παγκόσμια συνάντηση θα αποτελούσε το εφαλτήριο για μία νέα παγκόσμια συμφωνία με νέους στόχους και ορίζοντες για το περιβάλλον και την προστασία του πλανήτη. Αντίθετα, το βασικό χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης διάσκεψης ήταν η παραδοχή των κυβερνήσεων πως οι ίδιες από μόνες τους είναι ανέφικτο να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες και τις προκλήσεις της περιβαλλοντικής προστασίας και της αειφόρου ανάπτυξης. Υπερτονίστηκε μάλιστα σε όλους τους τόνους ακόμη και από τους κορυφαίους της διάσκεψης, πως μόνο με τον κατακερματισμό των αρμοδιοτήτων σε απόλυτα τοπικό επίπεδο αλλά και την ενεργή πλέον δράση και σύμπραξη του ιδιωτικού τομέα υπάρχει ελπίδα για ριζικές αλλαγές. Στη διάσκεψη που έλαβε χώρα στο Ρίο της Βραζιλίας, συμμετείχαν περισσότερα από 100 στελέχη από τις σημαντικότερες χώρες του κόσμου. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε εφαλτήριο για σενάρια τα οποία μιλούσαν αρχικά, για μία νέα συμφωνία στα πρότυπα του Κιότο. Τελικώς το αποτέλεσμα έμοιαζε περισσότερο με το χάος στο οποίο είχε καταλήξει η διάσκεψη της Κοπεγχάγης. Χαρακτηριστικές της κατάστασης, οι δηλώσεις του κ. Lasse Gustavsson, εκτελεστικού Διευθυντή του World Wildlife Fund ο οποίος τόνισε πως «οι οικονομίες των χωρών μας πρέπει να γίνουν πιο πράσινες αυτήν τη φορά χωρίς τις ευλογίες και τη συμμετοχή των κυβερνήσεών μας». Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι δηλώσεις της κας. Hillary Clinton, η οποία αφίχθη στη διάσκεψη το πρωί της περασμένης Παρασκευής για μία σύντομη συνάντηση με ομολόγους της. Η κα Clinton σε μία σύντομη ομιλία της υπεραμύνθηκε των projects τα οποία η κυβέρνηση των ΗΠΑ χρηματοδοτεί αλλά τόνισε παράλληλα πως «οι κυβερνήσεις μόνες τους είναι αδύνατο να επιλύσουν όλα τα σοβαρά προβλήματα που υπάρχουν σήμερα είτε πρόκειται για την κλιματική αλλαγή, είτε πρόκειται για τα αυξανόμενα επίπεδα φτώχειας και την σοβαρή μείωση ενεργειακών αποθεμάτων». Τη χειρότερη πάντως εντύπωση δημιούργησε το γεγονός πως οι σημαντικότεροι ηγέτες του κόσμου προσήλθαν στη διάσκεψη απλά και μόνο για να συνυπογράψουν ένα κείμενο το οποίο προηγουμένως είχαν συντάξει και επιμεληθεί από κοινού οι διπλωματικές υπηρεσίες των χωρών. Χαρακτηριστικές του κλίματος δυσαρέσκειας που επικράτησε ήταν οι δηλώσεις της κας Sharan Burrow, γενικής γραμματέως του International Trade Union, η οποία εξέφρασε την άποψη πως «ο κόσμος τον οποίο έχουμε οραματιστεί όλοι, δεν υπάρχει περίπτωση να μπορέσει να δοθεί στην ανθρωπότητα από άτομα τα οποία δεν έχουν καν το θάρρος να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι και να συζητήσουν συγκεκριμένα και υπαρκτά ζητήματα. Οι λύσεις που έχουν προταθεί δεν είναι βιώσιμες γιατί επί της ουσίας είναι θεωρητικές και είναι αδύνατο να εφαρμοστούν». Έντονη ήταν και η συζήτηση αναφορικά με τους ηγέτες κάποιων από τις μεγαλύτερες χώρες του κόσμου οι οποίοι επέλεξαν να μην σχολιάσουν αλλά και να μην παρευρεθούν σε συζητήσεις που αφορούν το μέλλον του πλανήτη. Χαρακτηριστικές ήταν οι απουσίες του Αμερικανού ΠροέδρουΜπαράκ Ομπάμα του Βρετανού πρωθυπουργού David Cameron και της Γερμανίδας καγκελαρίου Άγκελας Μέρκελ οι οποίοι σημειωτέον είχαν παρευρεθεί στο αντίστοιχο οικονομικό φόρουμ του Μεξικού στις αρχές της περασμένης εβδομάδας. Μετά από 20 χρόνια τα συμπεράσματα διαφέρουν πολύ Η συγκεκριμένη διάσκεψη που έμελλε να μείνει γνωστή ως Rio+20, όπως είναι λογικό δεν αναμενόταν να δημιουργήσει και να εξαγάγει καινοτόμα συμπεράσματα και λύσεις εφάμιλλες με την αντίστοιχη του 1992, στην ίδια μάλιστα χώρα. Η διάσκεψη του 1992, μέχρι και σήμερα αποτελεί μία από τις σημαντικότερες και ουσιαστικότερες διασκέψεις ηγετών για το μέλλον του πλανήτη. Δεν είναι λίγοι μάλιστα οι μελετητές που χαρακτηρίζουν τη διάσκεψη του 1992 ως τον προπομπό που οδήγησε στο σύμφωνο του Κιότο. Παρά το γεγονός πως η φετινή διάσκεψη προσέλκυσε 50.000 άτομα, τα συμπεράσματα που εξήχθησαν μπορούν να χαρακτηριστούν από τους πιο μετριοπαθείς, φτωχά. Κατά τη διάρκεια της τριήμερης διάσκεψης κανένας δεν περίμενε πως το τελικό αποτέλεσμα θα ήταν τόσο απογοητευτικό. Κατά τις πρώτες ώρες μάλιστα της διάσκεψης οι διαδηλώσεις και οι διαμαρτυρίες ακτιβιστών και άλλων ομάδων είχαν ξεπεράσει σε μαζικότητα κάθε προηγούμενο. Το ζήτημα όμως είναι πως δεν υπήρξε η ανάλογη αντιμετώπιση, από τους ηγέτες των χωρών. Η θέρμη πολλών εξ αυτών είχε ήδη σβήσει από την δεύτερη ημέρα της διάσκεψης, κατά την οποία και επέλεξαν να αποχωρήσουν από τη Βραζιλία. Κατά την τελευταία ημέρα του Rio+20, μόλις ελάχιστοι ήταν οι ηγέτες χωρών που βρέθηκαν στους χώρους της και μάλιστα παραχώρησαν συγκριτικά με άλλες φορές ελάχιστες συνεντεύξεις.
Στόχοι της αειφόρου ανάπτυξης
Αναμενόταν ότι στα πλαίσια της συνόδου του Ρίο 20 οι ηγέτες του κόσμου θα καταλήξουν σε συμπεράσματα αναφορικά με τομείς όπως, η ασφάλεια των τροφίμων, του νερού και της ενέργειας. Παρά ταύτα οι προσδοκίες τελικά κυμάνθηκαν σε πολύ ρηχά νερά καθώς φάνηκε πως οι μεγαλύτεροι ηγέτες του κόσμου είναι απασχολημένοι με την παγκόσμια οικονομική κρίση, αλλά και το ζήτημα της Μέσης Ανατολής. Η συμφωνία χαρακτηριστικά αναφέρει στο κείμενο της «Αποφασίζουμε τη δημιουργία μίας κοινωνίας χωρίς αποκλεισμούς και διαφανή διακυβερνητική διαδικασία για SDGs που είναι ανοικτή σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη με σκοπό την ανάπτυξη των παγκόσμιων στόχων της αειφόρου ανάπτυξης που θα συμφωνηθεί από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ (τον Σεπτέμβριο). Οι στόχοι θα πρέπει επίσης να είναι απόλυτα συνεπείς και εναρμονισμένοι με το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών μετά το 2015, όπως επίσης αναγράφεται στο κείμενο της
διάσκεψης.
Επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων
Το Ρίο 20 ήταν η τελευταία ελπίδα εδραίωσης μίας κοινής δέσμευσης για όλες τις χώρες αναφορικά με την εξάλειψη των επιδοτήσεων για τα ορυκτά καύσιμα. Η σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων των ορυκτών καυσίμων μέχρι το 2020, θα μειώσει την ετήσια παγκόσμια ζήτηση ενέργειας κατά 5 τοις εκατό και τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα
κατά περίπου 6 τοις εκατό, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας. Το 2009 οι ηγέτες της G20 συμφώνησαν να το πράξουν αλλά χωρίς, να έχουν τεθεί συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα. Μία συνάντηση των G20 στο Μεξικό, η οποία τελείωσε την περασμένη Τρίτη, απέτυχε επίσης να εδραιώσει τη συγκεκριμένη ιδέα. Το κείμενο του Ρίο 20 επιβεβαίωσε προηγούμενες δεσμεύσεις από τις χώρες για «σταδιακή κατάργηση επιβλαβών και αναποτελεσματικών επιδοτήσεων ορυκτών καυσίμων που ενθαρρύνουν την σπάταλη κατανάλωση».
Ωκεανοί
Με σχετικό κείμενο υπήρξε η δέσμευση να «αναληφθεί δράση προκειμένου να μειωθεί η συχνότητα και οι επιπτώσεις της ρύπανσης στα θαλάσσια οικοσυστήματα, μεταξύ άλλων μέσω της αποτελεσματικής εφαρμογής των σχετικών συμβάσεων που θεσπίστηκαν στο πλαίσιο του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού». Προτάθηκε επίσης οι χώρες να αναλάβουν δράση μέχρι το 2025 ώστε να επιτευχθεί «σημαντική μείωση» στα θαλάσσια απόβλητα και παράλληλα δεσμεύτηκαν να εφαρμόσουν μέτρα για την πρόληψη της εισαγωγής εισβαλλόντων ειδών στο θαλάσσιο περιβάλλον. Ωστόσο μία πολυαναμενόμενη απόφαση για μία παγκόσμια δομή διακυβέρνησης, για την ανοικτή θάλασσα πήρε αναβολή εκ νέου για μερικά χρόνια. Χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο Καναδάς, η Ρωσία και η Βενεζουέλα, προέβαλαν σθεναρή αντίσταση στην σύνταξη και εφαρμογή της ανωτέρω δομής.
Οικονομία
Στη σύνοδο υπήρξε σχετική έκκληση για συμφωνία ανάμεσα στις 20 ισχυρότερες χώρες του κόσμου για μία ενιαία διαδικασία η οποία θα οδηγήσει στη σύνταξη μίας κεντρικής έκθεσης, που θα αξιολογεί πόσα χρήματα χρειάζονται για την αειφόρο ανάπτυξη οι χώρες, και ποια είναι τα νέα και τα υπάρχοντα μέσα, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να αντλήσουν περισσότερα κεφάλαια. Η διαδικασία θα πρέπει να καθοδηγείται από μία ομάδα 30 ειδικών, η οποία θα ολοκληρώσει τις εργασίες της μέχρι το 2014. Παρά το γεγονός ότι ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες είχαν ζητήσει τη δημιουργία μίας βιώσιμης λύσης μέσω ενός ταμείου ανάπτυξης με αποθεματικό 30 δισεκατομμύρια δολάρια, η συγκεκριμένη παράμετρος δεν συμπεριλήφθηκε στο τελικό κείμενο. Αντ ‘αυτού, στο κείμενο «αναγνωρίζεται η ανάγκη για σημαντική κινητοποίηση και ενίσχυση των πόρων από διάφορες πηγές». Αναφορικά με την οικονομική βοήθεια προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, η συμφωνία κάλεσε τις πλούσιες χώρες να κάνουν «συγκεκριμένες προσπάθειες» προς την κατεύθυνση της απόδοσης του 0,7 τοις εκατό του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος υπό μορφή βοήθειας προς τις αναπτυσσόμενες χώρες μέχρι το 2015.
Περιβαλλοντικό πρόγραμμα UNEP
Ένα άλλο πόρισμα της συνόδου κορυφής ήταν η απόφαση για ενίσχυση του UNEP – διεθνής οργανισμός που συντονίζει τις δραστηριότητες των Ηνωμένων Εθνών σε θέματα περιβάλλοντος – και ουσιαστικά ο μετασχηματισμός του σε μία υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών με δύναμη ίση με άλλα όργανα του ΟΗΕ όπως η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας. Η συμφωνία πρότεινε μία γενική συνέλευση του ΟΗΕ τον ερχόμενο Σεπτέμβριο για να εγκρίνει με ψήφισμά της, «ενίσχυση και αναβάθμιση» του UNEP. Η Επιτροπή πρότεινε επίσης να δοθεί στο UNEP «ασφαλές, σταθερό και επαρκές πεδίο μέσω της αύξησης των χρηματοδοτικών του πόρων» από τον προϋπολογισμό των Ηνωμένων Εθνών και από εθελοντικές εισφορές ώστε να γίνει ευκολότερη η εκπλήρωση των στόχων του. Ωστόσο, ορισμένες χώρες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, αντιτάχθηκαν στην ενίσχυση του ρόλου του UNEP.
Πράσινη Οικονομία
Ένα από τα σημαντικότερα θέματα της διάσκεψης ήταν και η έννοια της «πράσινης οικονομίας», ή η βελτίωση της ανθρώπινης ευημερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης με παράλληλη μείωση των περιβαλλοντικών κινδύνων, η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει ένα κοινό οδικό χάρτη για την αειφόρο ανάπτυξη. Με τη σχετική συμφωνία επιβεβαιώθηκε, ότι κάθε χώρα μπορεί να έχει τη δική της πορεία προς την επίτευξη «πράσινης οικονομίας». Το κείμενο ανέφερε σχετικά ότι πρέπει να προσφερθούν προοπτικές για χάραξη πολιτικής, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να είναι ένα «άκαμπτο και στείρο σύνολο κανόνων».
GDP+
Ένα ακόμη σημαντικό πόρισμα της συνόδου ήταν η απόφαση για ισολογιστική απεικόνιση με έσοδα και έξοδα των κεφαλαίων που αφορούν την πράσινη ανάπτυξη και την αειφορία. Το κείμενο της απόφασης χαρακτηριστικά αναγνωρίζει την ανάγκη για «ευρύτερα μέτρα προόδου για ενίσχυση του ΑΕΠ». Παράλληλα ζητήθηκε από τη Στατιστική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών να ξεκινήσει ένα πρόγραμμα έρευνας το οποίο θα βασιστεί σε υφιστάμενες πρωτοβουλίες.