Η Έρευνα Επενδύσεων 2024 της ΕΤΕπ (EIBIS), η οποία δημοσιεύθηκε σήμερα στην Ετήσια Σύνοδο Παγκόσμιας Τράπεζας-ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον, παρουσιάζει μια εικόνα της ηγετικής θέσης των επιχειρήσεων της ΕΕ στην πράσινη μετάβαση και την ενίσχυση των αλυσίδων εφοδιασμού τους ενόψει των αυξημένων γεωπολιτικών κινδύνων και των διαταραχών της αλυσίδας εφοδιασμού.
Πολλές επιχειρήσεις στην Ευρώπη είναι ικανοποιημένες με τα επίπεδα των επενδύσεών τους κατά τα τελευταία τρία χρόνια και δεσμεύονται να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή και να υιοθετήσουν τις ψηφιακές τεχνολογίες, σύμφωνα με την έρευνα. Η έρευνα EIBIS καλύπτει συνολικά περίπου 12.000 εταιρείες σε όλες τις χώρες της ΕΕ, καθώς και ένα συγκριτικό δείγμα στις Ηνωμένες Πολιτείες.
- Οι επιχειρήσεις της ΕΕ κατέχουν ηγετική θέση στις επενδύσεις για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή στο κλίμα, καθώς το 61% έχει ήδη επενδύσει και το 53% σχεδιάζει να επενδύσει.
- Η χρήση προηγμένων ψηφιακών τεχνολογιών αυξάνεται, καθώς το 74% των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων υιοθετεί ηλεκτρονικά συστήματα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας.
- Αντιμέτωπες με τους εμπορικούς κλυδωνισμούς, οι επιχειρήσεις επενδύουν σε πιο ανθεκτικές και ασφαλείς αλυσίδες εφοδιασμού.
Ενώ το ποσοστό των επιχειρήσεων της ΕΕ που αναμένουν να αυξήσουν αντί να μειώσουν τις επενδύσεις τους μειώθηκε στο μισό και διαμορφώθηκε σε καθαρό ισοζύγιο 7% το 2024, σε σύγκριση με πέρυσι, οι επιχειρήσεις στην Ευρώπη συνεχίζουν να ξεπερνούν τις αντίστοιχες επιχειρήσεις στις ΗΠΑ και να πρωτοστατούν στις επενδύσεις για τη μείωση των εκπομπών που προκαλούν την κλιματική αλλαγή ή για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων των δυσμενών καιρικών συνθηκών.
Η τελευταία έρευνα επενδύσεων δείχνει ότι το 61% των επιχειρήσεων της ΕΕ έχει επενδύσει στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, έναντι 56% το 2023 και 53% το 2022. Η πράσινη μετάβαση επιβάλλει τον μετασχηματισμό, αλλά φέρνει και ευκαιρίες. Πάνω από το ένα τέταρτο των επιχειρήσεων της ΕΕ -27%- θεωρούν τη μετάβαση σε μια καθαρή μηδενική (net zero) οικονομία, ως ευκαιρία για τα επόμενα πέντε χρόνια.
“Η δέσμευση των επιχειρήσεων της ΕΕ για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση καταδεικνύει το δυναμικό της ευρωπαϊκής οικονομίας”, δήλωσε η πρόεδρος της ΕΤΕπ, Nadia Calviño. “Η έρευνα επιβεβαιώνει ότι η σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα βρίσκεται στο επίκεντρο των στρατηγικών επενδύσεων για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας, της ασφάλειας και της αυτονομίας της ΕΕ στις παγκόσμιες αγορές”.
Επενδυτικά σχέδια για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής
Περίπου το 90% των επιχειρήσεων της ΕΕ και των ΗΠΑ έχουν λάβει μέτρα για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Οι βασικές στρατηγικές που έχουν υιοθετηθεί περιλαμβάνουν επενδύσεις στη μείωση των αποβλήτων και την ανακύκλωση και την ενεργειακή απόδοση. Οι εταιρείες της ΕΕ είναι πιο πιθανό από τις αμερικανικές να έχουν θεσπίσει βιώσιμες επιλογές μεταφορών, να έχουν επιλέξει την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και να έχουν θέσει στόχους μείωσης των εκπομπών. Μία στις τρεις εταιρείες της ΕΕ (34%) θεωρεί την πράσινη μετάβαση ως επιχειρηματικό κίνδυνο, σε σύγκριση με το 42% στις ΗΠΑ.
Στην ΕΕ, το 37% των συνολικών επενδύσεων των επιχειρήσεων κατευθύνεται σε άυλα περιουσιακά στοιχεία όπως η έρευνα, οι δεξιότητες και η τεχνογνωσία, γεγονός που αναδεικνύει τη στρατηγική εστίαση στην καινοτομία και τις ψηφιακές λύσεις. Το 74% των επιχειρήσεων της ΕΕ ανέφερε ότι χρησιμοποιεί ψηφιακές τεχνολογίες, σημειώνοντας αύξηση 4% σε σχέση με πέρυσι. Εν τω μεταξύ, οι ΗΠΑ συνεχίζουν να κατέχουν την πρώτη θέση με 81%.
Όσον αφορά τα επόμενα τρία χρόνια, ωστόσο, πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες δίνουν προτεραιότητα στις επενδύσεις αντικατάστασης έναντι της επέκτασης της παραγωγικής ικανότητας, καθώς μόνο το 26% των εταιρειών της ΕΕ σχεδιάζει να επεκτείνει τις δραστηριότητές του τα επόμενα τρία χρόνια, σε σύγκριση με το 47% των αμερικανικών εταιρειών.
“Η εστίαση των εταιρειών της ΕΕ στην καινοτομία είναι ευπρόσδεκτη και πρέπει να υποστηριχθεί”, πρόσθεσε η πρόεδρος της ΕΤΕπ Nadia Calviño. “Γι’ αυτό ο Όμιλος ΕΤΕπ επεξεργάζεται νέο σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της ολοκλήρωσης των ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών και τη διοχέτευση των ιδιωτικών αποταμιεύσεων σε παραγωγικές επενδύσεις στην Ευρώπη”.
Το επιχειρηματικό περιβάλλον εξακολουθεί να απασχολεί τις επιχειρήσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες, με την έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού και την αβεβαιότητα για το μέλλον να αποτελούν μια από τις βασικές ανησυχίες και στις δύο περιοχές. Οι επιχειρηματικές επενδύσεις εξακολουθούν να παρεμποδίζονται από το υψηλό ενεργειακό κόστος, το οποίο αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για το 46% των επιχειρήσεων της ΕΕ.
Η πλειονότητα (60%) των εξαγωγέων της ΕΕ αναφέρει ότι εξακολουθούν να πρέπει να συμμορφώνονται με διαφορετικά πρότυπα και κανόνες προστασίας των καταναλωτών από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, γεγονός που υπογραμμίζει ότι ο κατακερματισμός της αγοράς εξακολουθεί να υφίσταται.
“Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις σημειώνουν πρόοδο στην αντιμετώπιση τόσο της κλιματικής αλλαγής όσο και του ψηφιακού μετασχηματισμού”, δήλωσε η επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΤΕπ Debora Revoltella. “Όμως, η ενίσχυση των επενδύσεων στην ΕΕ απαιτεί μια λιγότερο κατακερματισμένη ενιαία αγορά της ΕΕ”.
Η έρευνα υπογραμμίζει επίσης τη σημασία των ισχυρών αλυσίδων εφοδιασμού. Οι ανησυχίες για τις εμπορικές διαταραχές έχουν αμβλυνθεί σε σύγκριση με πέρυσι, αλλά οι επιχειρήσεις δεν είδαν βελτιώσεις όσον αφορά τους νέους κανονισμούς, τους δασμούς ή τους εμπορικούς περιορισμούς. Οι εταιρείες της ΕΕ είναι καλά ενσωματωμένες στο παγκόσμιο εμπόριο και επωφελήθηκαν σημαντικά από αυτό στο παρελθόν. Σε έναν νέο κόσμο με αυξανόμενες γεωπολιτικές εντάσεις, οι επιχειρήσεις της ΕΕ αντιδρούν ενισχύοντας την ανθεκτικότητα των αλυσίδων εφοδιασμού τους με γνώμονα την οικονομική ασφάλεια και αποτελεσματικότητα.