CSR HELLAS: Στο επίκεντρο οι βέλτιστες πρακτικές για τη δημοσιοποίηση των εταιρικών πληροφοριών

Η ανάγκη καλύτερης σύνδεσης μεταξύ της βιωσιμότητας και των πληροφοριών των οικονομικών καταστάσεων, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν ή πρόκειται να αντιμετωπίσουν οι εταιρείες με τις επερχόμενες αλλαγές στο ρυθμιστικό περιβάλλον σχετικά με την αναφορά βιωσιμότητας αλλά και ο ρόλος  και η εμπειρία των συμμετόχων από την ποιότητα των παρεχόμενων σήμερα πληροφοριών καθώς και οι προϋποθέσεις για την ικανοποίηση των αναγκών όσων ενδιαφέρονται και αξιολογούν τις πληροφορίες αυτές, βρέθηκαν στο επίκεντρο της εξαιρετικά επιτυχημένης διαδικτυακής  εκδήλωσης που διοργάνωσε το CSR HELLAS, την Τετάρτη 19 Ιανουαρίου.

Θέμα της εκδήλωσης  ήταν τα “Βιώσιμα επιχειρηματικά μοντέλα: Οι βέλτιστες πρακτικές για τη δημοσιοποίηση των εταιρικών πληροφοριών”(Sustainable business models: Best practices for corporate reporting of non-financial information). Στην εκδήλωση παρουσιάστηκαν η μελέτη που εκπόνησε το European Financial Reporting Advisory Group (EFRAG) στο πλαίσιο του ρόλου του ως συμβουλευτικού οργάνου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην προτυποποίηση της  χρηματοοικονομικής πληροφόρησης, αλλά και στη σύνταξη προτάσεων για το Ευρωπαϊκό σύστημα δημοσιοποίησης των εταιρικών πληροφοριών για την βιωσιμότητα αλλά και τα συμπεράσματα από την συγκριτική επισκόπηση ελληνικού δείγματος με το αντίστοιχο Ευρωπαϊκό καθώς το CSR HELLAS και το Πανεπιστήμιο Αιγαίου εκπόνησαν σχετική μελέτη για την καταγραφή και ανάδειξη αντίστοιχων παραδειγμάτων μεταξύ των ελληνικών επιχειρήσεων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα τελευταία 2 χρόνια, το CSR HELLAS εμπλέκεται επίσης στη διαδικασία διαβούλευσης για την αναθεώρηση του EU NFRD και την προετοιμασία για την εφαρμογή της CSRD, της Οδηγίας Εταιρικής Αναφοράς Βιωσιμότητας.

Ανοίγοντας την εκδήλωση  η Μαρία Αλεξίου, Πρόεδρος, ΔΣ CSR HELLAS, Μέλος, ΔΣ CSR Europe, ESG Senior Advisor, Όμιλος TITAN, Μέλος, PTF-RNFRO, EFRAG, σημείωσε ότι από την αναθεώρηση του NFRD, κατέστη προφανές ότι το επίπεδο συμμόρφωσης που επιτεύχθηκε ήταν χαμηλότερο από το αναμενόμενο, αλλά και το επίπεδο ποιότητας των μη χρηματοοικονομικών αναφορών δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες ούτε της κοινότητας των επενδυτών ούτε άλλων βασικών ενδιαφερομένων, (εργαζόμενοι, πελάτες, κοινότητες και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών).

Στην έρευνα του EFRAG η Saskia Slomp, CEO, EFRAG, αναφέρθηκε στην ανάγκη καλύτερης σύνδεσης μεταξύ της βιωσιμότητας και των πληροφοριών των οικονομικών καταστάσεων υπογραμμίζοντας τη χρησιμότητα του πίνακα συνδεσιμότητας που συνδέει τη στρατηγική βιωσιμότητας, τα σημαντικά ζητήματα με τους αναφερόμενους στόχους και δείκτες μέτρησης της προόδου (KPIς). Η σημασία της συνδεσιμότητας ενισχύεται στα Ελεγκτικά Πρότυπα – ISA 720, σημείωσε κλείνοντας. Οι ευθύνες του ελεγκτή σχετικά με άλλες πληροφορίες, απαιτούν να λαμβάνει υπόψη τη «μετάβαση» από τις οικονομικές καταστάσεις σε άλλες πληροφορίες (συμπεριλαμβανομένης της έκθεσης διαχείρισης).

Η αντίστοιχη ελληνική έρευνα που παρουσιάστηκε από την Δρ. Νίκη Γλαβέλη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Κοινωνιολογίας, Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων, Σχολή Επιστημών Διοίκησης, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, σε 35 εταιρείες και 6 κλάδους μέσα από τους απολογισμούς τους, διαπιστώνει ότι η πλειονότητα των εταιρειών του δείγματος έχει υιοθετήσει διεθνή πρότυπα αναφοράς (εκτός από τα εθνικά). Το 66 % των επιχειρήσεων που συμμετείχαν ακολουθεί το GRI (E&U, Τράπεζες, Κατασκευές), το 60 % ακολουθεί το UNGC, το 50% ακολουθεί και άλλα εθνικά (IT, Τράπεζες, Κατασκευές), το 20% ακολουθεί τα ειδικά πρότυπα αναφοράς του κλάδου (Τράπεζες, Κατασκευές) ενώ τα πρότυπα SASB και το πλαίσιο IIRC είναι λιγότερο κοινά. Σε συγκεκριμένους τομείς, όπως ο κλάδος της Ενέργειας, οι εταιρείες που εξετάστηκαν είναι συνολικά πιο ώριμες από το δείγμα των εταιρειών άλλων κλάδων ενώ ως λιγότερο ώριμοι κλάδοι από την ελληνική έρευνα παρουσιάζονται ο τουρισμός και ο κλάδος των φαρμακευτικών και καλλυντικών.

Στη συζήτηση που ακολούθησε εκπρόσωποι των επιχειρήσεων αλλά και θεσμικών φορέων συζήτησαν με την Ιζαμπέλλα Μ. Τσίρμπα, Δικηγόρο Εταιρικού και Χρηματοοικονομικού Δικαίου, θέματα εμπειριών ενσωμάτωσης και σύνδεσης της βιωσιμότητας με τους απολογισμούς των επιχειρήσεων.

Κοινή εκτίμηση όλων των συμμετεχόντων όπως σημείωσε, κλείνοντας την εκδήλωση, η  Ιζαμπέλλα Μ. Τσίρμπα, ήταν ότι οι καλές πρακτικές βιωσιμότητας και οι αναφορές θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πλεονεκτήματα για πολλούς από τους συμμετόχους, όπως η εμπιστοσύνη των καταναλωτών, η διατήρηση ποιοτικών εργαζομένων και η ευκολότερη πρόσβαση σε κεφάλαια τόσο για  τις μεγάλες εισηγμένες όσο και για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η μέτρηση της απόδοσης της βιωσιμότητας μπορεί να είναι ένα δύσκολο έργο, όπως τόνισαν όλοι, καθώς απαιτεί ειδικές γνώσεις και ένα ορισμένο επίπεδο ωριμότητας μέσα σε έναν οργανισμό, αποτελεί ωστόσο μονόδρομο για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων.

Η Giulia Genuardi, επικεφαλής του σχεδιασμού βιωσιμότητας και επιχειρησιακής απόδοσης στην ιταλική εταιρία ενέργειας Enel και μέλος του PTF-RNFRO, EFRAG, (Head of Sustainability Planning and Performance Management, ENEL | Member PTF-RNFRO, EFRAG), αναφέρθηκε  σε ορισμένες από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν ή πρόκειται να αντιμετωπίσουν οι εταιρείες με τις επερχόμενες αλλαγές στο ρυθμιστικό περιβάλλον σχετικά με την αναφορά βιωσιμότητας, σημειώνοντας ότι οι γνωστοποιήσεις βιωσιμότητας δεν πρέπει να θεωρούνται απλώς ως αντανάκλαση των προηγούμενων δραστηριοτήτων μιας εταιρείας, αλλά και ως μια  «γρήγορη ματιά» του μέλλοντός της.

Η Αγγελική Πατρούμπα, Διευθύντρια Εταιρικών Σχέσεων, Coca-Cola 3E Ελλάδος ΑΒΕΕ παρουσίασε σύντομη επισκόπηση της δουλειάς που απαιτείται προκειμένου  μια εταιρεία να αποκτήσει και να διατηρήσει υψηλή βαθμολογία ESG (η χρήση, για παράδειγμα ενός συνδυασμού πλαισίων αναφοράς), ως ένδειξη ότι η σχέση μεταξύ εταιρειών και ενδιαφερόμενων μερών πρέπει να είναι εξαιρετικά διαδραστική.

Η βιωσιμότητα είναι ένα «ταξίδι ωριμότητας» για τις εταιρείες και απαιτεί πολλή σκληρή δουλειά, δέσμευση ηγεσίας και σαφές όραμα, καθώς και κατάλληλη διακυβέρνηση¨ σημείωσε από την πλευρά της η Σταυρούλα Αγγελοπούλου, Διευθύντρια Βιωσιμότητας και Εταιρικής Ευθύνης, Όμιλος ΟΤΕ.

Απο την πλευρά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ο Νικόλαος Λούλης, Πρόεδρος ΔΣ, Μύλοι Λούλη Α.Ε., επισήμανε ότι πολλές ΜΜΕ έχουν περιορισμένη κατανόηση του τι σημαίνει πραγματικά βιωσιμότητα και συχνά την αντιλαμβάνονται λανθασμένα ως κάτι που «κάνουν οι μεγάλοι», υποδηλώνοντας ότι η σωστή εκπαίδευση και κατάρτιση θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος.

Ο Σωτήρης Πάστρας, CSR Manager, APIVITA, από την άλλη πλευρά, σημείωσε τη σημασία της διασύνδεσης/ σημαντικότητας (materiality) των πληροφοριών που αποκαλύπτουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις για τη βιωσιμότητα και τη σημασία της θέσπισης προτύπων αναφοράς που να αντιμετωπίζουν ειδικά τις ανάγκες τους.

Η Χαρούλα Απαλαγάκη, Γενική Γραμματέας, Ελληνική Ένωση Τραπεζών, επισήμανε ότι οι ελληνικές τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα διαθέτουν όντως όλα τα απαραίτητα εργαλεία και μηχανισμούς που θα τους επιτρέψουν να αξιολογήσουν αποτελεσματικά τις γνωστοποιήσεις βιωσιμότητας. Σημείωσε επίσης ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν ήδη ενσωματώσει τους κινδύνους του κλίματος και της διακυβέρνησης στις δανειοδοτικές τους πολιτικές.

Τέλος, ο Robert Adamczyk, Senior Environmental Advisor, EBRD,  τόνισε την αναγκαιότητα εναρμόνισης των προτύπων αναφοράς και δημοσιοποίησης προκειμένου να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το πρόβλημα του greenwashing.