Η κλωστοϋφαντουργία και η βιομηχανία της μόδας είναι ανάμεσα στους τρεις πιο ρυπογόνους κλάδους της βιομηχανίας. Οπότε η «πράσινη» βιομηχανία της μόδας αποτελεί μία από τις βασικές θεματικές της εφετινής διοργάνωσης του Future of Retail που θα πραγματοποιήσει, την ερχόμενη εβδομάδα, η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, υπό την αιγίδα του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης και του Elevate Greece.
Το συνέδριο, που θα πραγματοποιηθεί στην Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων στις 5 και 6 Απριλίου, όπως σημειώνει η ΕΣΕΕ, αποτελεί έναν σημαντικό κρίκο στη συστηματική προσπάθειά της, με παρεμβάσεις προς την πολιτεία και ενημερωτικές δράσεις προς τα μέλη της, να συντονίσει τον βηματισμό των ελληνικών εμποριών επιχειρήσεων με τις σύγχρονες επιχειρηματικές και καταναλωτικές τάσεις που αναφύονται στο ραγδαία μεταβαλλόμενο περιβάλλον του ψηφιακού και πράσινου μετασχηματισμού της οικονομίας.
Σε αυτό το πλαίσιο η στήριξη του κλάδου ένδυσης/υπόδησης, καθώς και της ελληνικής μόδας, θα αποτελέσει μέρος του συνεδρίου καθώς πρόκειται για έναν κλάδο που στο επίπεδο του εμπορίου έχει ιδιαίτερη βαρύτητα. Ο αριθμός των επιχειρήσεων ξεπερνάει το 40% του συνόλου των επιχειρήσεων του κλάδου, οπότε επηρεάζεται ένα παραδοσιακό οικοσύστημα με διακλαδικό αποτύπωμα.
Όπως σημειώνεται στην Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου 2023 της ΕΣΕΕ, η κλωστοϋφαντουργία και η βιομηχανία της μόδας είναι από τις πλέον ρυπογόνες βιομηχανίες, με το 20% της ρύπανσης των βιομηχανικών λυμάτων να προκαλείται από τη βαφή και το φινίρισμα των υφασμάτων και το αποτύπωμα με όρους εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου να υπολογίζεται σε 10%. Πρόκειται για έναν από τους τρεις πιο ρυπογόνους κλάδους της βιομηχανίας που απαιτούν τη μεγαλύτερη χρήση νερού ενώ παράγει 5,8 εκατομμύρια τόνους απόβλητα κάθε χρόνο, που αντιστοιχούν σε 12 kg αποβλήτων ανά άτομο, ετησίως. Αυτή τη στιγμή, μόνο το 22% των αποβλήτων κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων μετά την κατανάλωση συλλέγονται χωριστά για επαναχρησιμοποίηση ή ανακύκλωση, ενώ τα υπόλοιπα αποτεφρώνονται ή απορρίπτονται σε χώρους υγειονομικής ταφής, καθώς μόνο το 1% του υλικού ρουχισμού ανακυκλώνεται.
Η έκθεση διερευνά τους τρόπους με τους οποίους η στρατηγική της βιώσιμης μόδας θα επηρεάσει την ελληνική οικονομία, τον κλάδο ένδυσης και υπόδησης καθώς και το εμπόριο ειδικότερα.
Υπενθυμίζεται ότι η βιομηχανία της μόδας και, γενικότερα, του υφάσματος αντιπροσωπεύει ένα πολύ σημαντικό μερίδιο της ευρωπαϊκής οικονομίας, καθώς συγκεντρώνει 147 δισ. ευρώ κύκλο εργασιών, 1,3 εκατ. εργαζομένους, 143.000 επιχειρήσεις, 58 δισ. ευρώ εξαγωγές και 106 δισ. ευρώ εισαγωγές.
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις κυριαρχούν
Στον τομέα ειδών ένδυσης και υφασμάτων, το μεγαλύτερο μέρος (67%) αποτελείται από επιχειρήσεις, οι οποίες δραστηριοποιούνται στα είδη ένδυσης, και ένα πολύ σημαντικό κομμάτι (33%), στα υφάσματα. Ο κλάδος αποτελείται, κατά συντριπτική πλειονότητα (99,8%), από μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ειδικότερα, το μεγαλύτερο μερίδιο κατέχουν οι μικρές επιχειρήσεις με προσωπικό έως 9 άτομα, ενώ οι επιχειρήσεις που απασχολούν 10-249 άτομα συγκεντρώνουν το 11% και οι μεγάλες (>250 άτομα) μόλις το 0,2%. Στην κατανομή της απασχόλησης στις χώρες της ΕΕ, η Ιταλία κατέχει το μεγαλύτερο μερίδιο (21%). Ακολουθούν η Ρουμανία και η Πολωνία (11%), η Πορτογαλία και η Γερμανία (9%), ενώ μικρότερη δυναμική φαίνεται ότι έχουν η Βουλγαρία (7%), η Ισπανία (6%), η Γαλλία (6%), η Τσεχία (4%), η Ουγγαρία (2%) και οι υπόλοιπες χώρες αθροιστικά (14%).
Κάτω του ευρωπαϊκού μ.ό. η κατανάλωση ειδών ένδυσης στην Ελλάδα
Η κατανάλωση ειδών ένδυσης, ανά χώρα της ΕΕ, αποτελεί ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον στοιχείο, το οποίο αναδεικνύει, μεταξύ άλλων, τις ανισότητες των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Από τα διαθέσιμα δεδομένα, φαίνεται ότι στο Λουξεμβούργο καταγράφεται η μεγαλύτερη δαπάνη (κατά κεφαλήν)σε είδη ένδυσης, η οποία ανέρχεται στα 1.130 ευρώ, κατά το έτος 2020, ενώ στην Ουγγαρία και στη Βουλγαρία καταγράφεται η χαμηλότερη δαπάνη (170 και 130 ευρώ).
Αντίστοιχα, η Ελλάδα καταγράφει κατά κεφαλήν δαπάνη στα είδη ένδυσης 260 ευρώ, δηλαδή σημαντικά χαμηλότερη από τον Μ.Ο. της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το μερίδιο των ηλεκτρονικών πωλήσεων ενισχύεται όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια. Τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα καταγράφουν ότι το 11% του συνολικού κύκλου εργασιών προκύπτει από το ηλεκτρονικό εμπόριο. Ενώ, στο Δελτίο της EURATEX, σημειώνεται ότι το 68% των αγορών, μέσω e-shops, το 2020, αφορά σε είδη ένδυσης. Όπως και στον κλάδο του υφάσματος, η Κίνα συγκεντρώνει, με επίσης σημαντική διαφορά σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες, τη μεγαλύτερη αξία εξαγωγών ενδυμάτων, 124 δισ. ευρώ, ενώ σημαντικό μερίδιο κατέχει και η ΕΕ, με 110 δισ. ευρώ. Σημαντικό μερίδιο κατέχουν επίσης το Βιετνάμ και το Μπαγκλαντές.
Το όραμα της ΕΕ για βιώσιμη και κυκλική μόδα
Τέλος, η έκθεση παρουσιάζει τους κεντρικούς πυλώνες πάνω στους οποίους η ΕΕ στηρίζει την πράσινη στρατηγική της για την μόδα και το όραμά της έως το 2030 για τα βιώσιμα και κυκλικά κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα έως το 2030. Οι πυλώνες είναι οι εξής:
– Όλα τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα που διατίθενται στην αγορά της ΕΕ είναι: Ανθεκτικά, επιδιορθώσιμα και ανακυκλώσιμα, σε μεγάλο βαθμό από ανακυκλωμένες ίνες, απαλλαγμένο από επικίνδυνες ουσίες, είδη που έχουν παραχθεί με σεβασμό στα κοινωνικά δικαιώματα.
– «Η γρήγορη μόδα είναι εκτός μόδας»- Οι καταναλωτές απολαμβάνουν για περισσότερο χρόνο κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα υψηλής ποιότητας.
– Υπάρχουν ευρέως διαθέσιμες επικερδείς υπηρεσίες επαναχρησιμοποίησης και επιδιόρθωσης.
– Σε ένα ανταγωνιστικό, ανθεκτικό και καινοτόμο κλωστοϋφαντουργικό τομέα, οι παραγωγοί αναλαμβάνουν την ευθύνη για τα προϊόντα τους καθόλο το μήκος της αξιακής αλυσίδας.
– Ο κανόνας είναι πλέον η κυκλικότητα και όχι η απόρριψη των ενδυμάτων, με επαρκείς ικανότητες ανακύκλωσης και ελαχιστοποίησης της αποτέφρωσης και της υγειονομικής ταφής.
Η βιώσιμη μόδα
Ο όρος “βιώσιμη μόδα”, σύμφωνα με τους αναλυτές του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ, αναφέρεται στις προσπάθειες της βιομηχανίας της μόδας για μείωση του περιβαλλοντικού της αποτυπώματος, διασφάλιση ενός αξιοπρεπούς εργασιακού περιβάλλοντος και διατήρηση της καλής μεταχείρισης των ζώων. Για να επιτευχθεί η βιωσιμότητα στη μόδα, χρειάζεται να πραγματωθούν οι στόχοι που σχετίζονται με τη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα, την αντιμετώπιση της υπερπαραγωγής, την ελάττωση της ρύπανσης και των απορριμμάτων, τη στήριξη της βιοποικιλότητας και την προστασία των εργαζομένων, αναφορικά με τις συνθήκες εργασίας και τους μισθούς. Οι στόχοι αυτοί είναι αναγκαίο να υπηρετούνται σε όλη την αλυσίδα αξίας, από την παραγωγή των ακατέργαστων υλικών και την κατασκευή των ενδυμάτων, αξεσουάρ και υποδημάτων, έως τη διανομή, την κατανάλωση και την αποκομιδή τους.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παράλληλα με τις πολιτικές της για τη βιώσιμη παραγωγή στο οικοσύστημα κλωστοϋφαντουργίας προωθεί πολιτικές υπέρ της βιώσιμης κατανάλωσης. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζει η Επιτροπή και επικαλείται η μελέτη του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ, το 86% των καταναλωτών της ΕΕ θέλουν καλύτερες πληροφορίες σχετικά με την πηγή παραγωγής.
Το greenwashing στη μόδα
Στην ΕΕ σήμερα χρησιμοποιούνται 230 σήματα βιωσιμότητας, αλλά ορισμένα δεν είναι αξιόπιστα. Μια πρόσφατη εξέταση των ισχυρισμών βιωσιμότητας στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας, της ένδυσης και των υποδημάτων έδειξε ότι το 39% των εν λόγω ισχυρισμών ενδέχεται να είναι ψευδείς ή παραπλανητικοί. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΕ πρότεινε:
α. την επικαιροποίηση των κανόνων για την ενδυνάμωση των καταναλωτών ενόψει της πράσινης μετάβασης (Πρόταση για την επικαιροποίηση των κανόνων της ΕΕ) και
β. τη θέσπιση κάποιων κοινών κριτηρίων κατά της προβολής ψευδοοικολογικής ταυτότητας και των παραπλανητικών περιβαλλοντικών ισχυρισμών (Πρόταση Οδηγίας για την τεκμηρίωση των «πράσινων ισχυρισμών»-Directive on Green Claims).
Ανάμεσα στους κανόνες που επικαιροποιούνται εντάσσεται η απαγόρευση της “ψευδοοικολογικής σήμανσης” (“greenwashing”). Η ΕΕ προτείνει επίσης ένα πλαίσιο κανόνων που θα καθιστά τους παραγωγούς/εισαγωγείς υπεύθυνους για όλη την αλυσίδα αξίας των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, ακόμη κι όταν ο καταναλωτής/κάτοχος δεν τα θέλει πια. Μεταξύ άλλων πολιτικών, η ΕΕ προβαίνει επίσης στην αναθεώρηση του κανονισμού για τις μεταφορές αποβλήτων και εξετάζει την εισαγωγή κινήτρων για την ταυτόχρονη μετάβαση σε πιο βιώσιμα επιχειρηματικά μοντέλα.