Με αφορμή τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας κατά της Κακοποίησης του Παιδιού, το Σωματείο ΕΛΙΖΑ – Εταιρία κατά της Κακοποίησης του Παιδιού, ενημέρωσε χθες το κοινό για τα σημαντικά ευρύματα της τελευταίας πενταετίας για την κακοποίηση των παιδιών στην Ευρώπη και την Ελλάδα σε σχετική εκδήλωση, η οποία έλαβε χώρα στην αίθουσα συναυλιών του Φ. Σ. «ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ».
Επιπρόσθετα, ο πρεσβευτής του ΕΛΙΖΑ, σκηνοθέτης και ηθοποιός Σωκράτης Αλαφούζος, παρουσίασε με το δικό του μοναδικό τρόπο το θέμα της κακοποίησης των παιδιών, μέσα από την προβολή της πολυβραβευμένης ταινίας του μικρού μήκους “Between Black and White”.
Στην εκδήλωση συζητήθηκε η πολύπλευρη έννοια της κακοποίησης και των μορφών της, καθώς έγινε σαφής η ανάγκη ενημέρωσης της ελληνικής κοινωνίας και των φορέων στα θέματα κακοποίησης των παιδιών. Σημαντική επιστημονική εξέλιξη αποτελεί το γεγονός ότι για όλες τις κατηγορίες των παιδιών, η κακοποίηση, αλλά και η έκθεση και μόνο στην ενδοοικογενειακή βία ή τη διαταραγμένη οικογενειακή ζωή, προκαλεί αλλοιώσεις στο DNA, ήδη από την παιδική ηλικία. Η βία επιδρά άμεσα στην υγεία των κυττάρων, βραχύνοντας τον κύκλο ζωής τους και αυξάνοντας τις πιθανότητες για πλειάδα προβλημάτων υγείας στη μετέπειτα ζωή τους όπως κατάθλιψη, χρήση ουσιών και κάπνισμα, παχυσαρκία, καρκίνο, διαβήτη, καρδιαγγειακή νόσο, πρόωρο θάνατο.
Στην εκδήλωση είχαν την ευκαιρία να παρουσιάσουν στοιχεία για το θέμα της κακοποίησης του παιδιού οι επιστημονικοί συνεργάτες του ΕΛΙΖΑ, η Δρ. Ηλέκτρα Κουτσούκου, Δικηγόρος, Διδάκτωρ Δικαιωμάτων Παιδιού, Επιστημονικός Συνεργάτης του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, η Δρ. Αλεξάνδρα Σολδάτου, Παιδίατρος, Επίκουρη Καθηγήτρια Iατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων Παναγιώτη και Αγλαΐας Κυριακού και η Δρ. Τίνια Απέργη, Κλινική Ψυχολόγος, Καθηγήτρια και Συντονίστρια του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Συμβουλευτικής Ψυχολογίας και Ψυχοθεραπείας του DEREE – The American College of Greece.
Πιο συγκεκριμένα, η Δρ. Ηλέκτρα Κουτσούκου αναφέρθηκε στο νομικό πλαίσιο που ισχύει στην Ελλάδα για την κακοποίηση των παιδιών, τονίζοντας την έλλειψη κεντρικού επίσημου φορέα καταγραφής και αντιμετώπισης περιστατικών, καθώς επίσης πρωτοκόλλου εξέτασης κακοποιημένων παιδιών, διαγνωστικού κέντρου κακοποίησης ανηλίκων αλλά και μεταβατικών ξενώνων φιλοξενίας για τα κακοποιημένα παιδιά.
Από την πλευρά της, η Δρ. Αλεξάνδρα Σολδάτου παρουσίασε τους κινδύνους και τη συχνότητα κακοποίησης των παιδιών σημειώνοντας ότι όλα τα παιδιά που βλέπουμε καθημερινά στο περιβάλλον μας, ανεξαρτήτως κοινωνικοοικονομικού επιπέδου, φυλής, εθνικής προέλευσης και οικογενειακής κατάστασης, θεωρούνται εν δυνάμει θύματα σωματικής κακοποίησης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Δρ. Σολδάτου, τα παιδιά κάτω των 3 ετώνδιατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για σοβαρές κακώσεις, με το 70% των θανάτων λόγω κακοποίησης να αφορούν σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα. Ειδικότερα, τα παιδιά με προηγούμενη καταγγελία κακοποίησης διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να υποστούν μοιραία κακοποίηση, ενώ τα παιδιά με ειδικές ανάγκες, όπως αυτά που πάσχουν από χρόνιο νόσημα, αναπτυξιακή/ συναισθηματική διαταραχή ή και αναπηρία, διατρέχουν 3 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για κακομεταχείριση σε σχέση με το γενικό πληθυσμό.
Τα μεγαλύτερα προβλήματα στο θέμα της κακοποίησης έγκεινται στο γεγονόςότι πολλοί τραυματισμοί δεν επισημαίνονται, δεν αναφέρονται πουθενά και δεν καταγράφονται. Για το λόγο αυτό, ο εκάστοτε γιατρός πρέπει να βρίσκεται σε εγρήγορση, είτε εξετάζει το παιδί για κάποιο τραυματισμό, είτε διαπιστώνει σημάδια τραυματισμού κατά τη διάρκεια μιας εξέτασης.
Συμπληρωματικά, η Δρ. Τίνια Απέργη επικεντρώθηκε στην πραγματική έννοια της κακοποίησης αλλά και των μορφών της, οι οποίες χωρίζονται σε σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική και παραμέληση. Τα αποτελέσματα όμως δεν είναι ενθαρρυντικά για την Ελλάδα, καθώς στην τελευταία διαβαλκανική έρευνα (2012) είχε τα πρωτεία στην ψυχολογική κακοποίηση. Αναφορικά με τη σεξουαλική κακοποίηση, τα στοιχεία δείχνουν ότι 1 στα 6 με 7 παιδιά θα βιώσει μία τέτοια εμπειρία κάποια στιγμή στη ζωή του, ενώ ευρωπαϊκή έρευνα του 2012 αύξησε αυτό το ποσοστό σε 1 στα 5 παιδιά. Παράλληλα, παγκόσμιες έρευνες δείχνουν ότι το ποσοστό σεξουαλικής κακοποίησης είναι περίπου 5-10% στους άντρες και 20% στις γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων των τύπων κακοποίησης χωρίς σωματική επαφή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα παιδιά στις ηλικίες 0-3 και 12-15 θεωρούνται αυξημένου ρίσκου, καθώς τα πρώτα δεν καταλαβαίνουν, ενώ τα δεύτερα γιατί μόλις έχουν μπει στη διαδικασία σχηματισμού της σεξουαλικής τους ταυτότητας και την εφηβεία. Μάλιστα, τα ποσοστά αυτά μπορούν να αυξηθούν δραματικά λόγω έλλειψης ενημέρωσης και σιωπηρής αποδοχής ή μη καταγγελίας των περιστατικών αυτών.
Η Πρόεδρος του ΕΛΙΖΑ, κα. Μαρίνα Καρέλλα, σε συνέχεια της παρουσίασης των σημαντικών δεδομένων από την επιστημονική ομάδα του ΕΛΙΖΑ, τόνισε ότι: «Τα παιδιά αποτελούν το μέλλον και την ελπίδα της κοινωνίας μας και οφείλουμε όλοι, με κάθε δυνατό τρόπο, να τα προστατεύουμε και να τα στηρίζουμε όταν βρεθούν σε δύσκολες καταστάσεις. Η πρόληψη αποτελεί το άλφα και το ωμέγα στο θέμα της κακοποίησης και απαιτείται η εγρήγορση όχι μόνο σε επίεδο του στενού οικογενειακού περιβάλλοντος, αλλά και του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου και των αρμόδιων κρατικών φορέων».