​ΕΕ: Δράση κατά 20 αεροπορικών για πρακτικές παραπλανητικής προβολής ψευδοοικολογικής ταυτότητας​​

Κατόπιν ειδοποίησης από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Καταναλωτών (BEUC), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι αρχές προστασίας των καταναλωτών της ΕΕ [αρχές του Δικτύου Συνεργασίας για την Προστασία των Καταναλωτών (CPC)] απέστειλαν σε 20 αεροπορικές εταιρείες επιστολές στις οποίες εντοπίζουν ορισμένες μορφές δυνητικά παραπλανητικών οικολογικών ισχυρισμών και καλούν τις εταιρίες να συμμορφώσουν εντός 30 ημερών τις πρακτικές τους με τη νομοθεσία της ΕΕ για την προστασία των καταναλωτών.

Το δίκτυο CPC, του οποίου ηγούνται η βελγική Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης, η ολλανδική Αρχή για τους Καταναλωτές και τις Αγορές, η νορβηγική Αρχή Καταναλωτών και η ισπανική Γενική Διεύθυνση Καταναλωτών, επικεντρώθηκε στους ισχυρισμούς των αεροπορικών εταιρειών ότι οι εκπομπές CO2 από τις πτήσεις μπορούν να αντισταθμιστούν από έργα για το κλίμα ή μέσω της χρήσης βιώσιμων καυσίμων, στα οποία θα μπορούσαν να συνεισφέρουν οι καταναλωτές με την καταβολή πρόσθετων τελών. Οι αρχές εκφράζουν την ανησυχία ότι οι εντοπιζόμενες πρακτικές μπορούν να θεωρηθούν παραπλανητικές πράξεις ή παραλείψεις, οι οποίες απαγορεύονται βάσει των άρθρων 5, 6 και 7 της οδηγίας για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές. Από την πλευρά τους, οι αεροπορικές εταιρείες δεν έχουν ακόμη διευκρινίσει κατά πόσον οι ισχυρισμοί αυτοί μπορούν να τεκμηριωθούν με αξιόπιστα επιστημονικά στοιχεία.

Βασικά στοιχεία της δράσης:

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το δίκτυο CPC έχουν εντοπίσει ορισμένες μορφές δυνητικά παραπλανητικών πρακτικών από 20 αεροπορικές εταιρείες. Τέτοιες πρακτικές είναι:

  • δημιουργία της λανθασμένης εντύπωσης ότι η καταβολή πρόσθετου τέλους για τη χρηματοδότηση έργων για το κλίμα με μικρότερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις ή για τη στήριξη της χρήσης εναλλακτικών αεροπορικών καυσίμων μπορεί να μειώσει ή να αντισταθμίσει πλήρως τις εκπομπές CO2·
  • χρήση του όρου «βιώσιμα αεροπορικά καύσιμα» (SAF) χωρίς σαφή τεκμηρίωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των καυσίμων αυτών·
  • χρήση των όρων «πράσινο», «βιώσιμο» ή «υπεύθυνο» με απόλυτο τρόπο ή διατύπωση άλλων έμμεσων οικολογικών ισχυρισμών·
  • ισχυρισμοί ότι η αεροπορική εταιρεία κινείται προς την κατεύθυνση των μηδενικών καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου ή προς οποιοδήποτε μελλοντικό επίπεδο περιβαλλοντικών επιδόσεων, αλλά χωρίς σαφείς και επαληθεύσιμες δεσμεύσεις, στόχους και ανεξάρτητο σύστημα παρακολούθησης·
  • παρουσίαση μιας «αριθμομηχανής» με την οποία οι καταναλωτές μπορούν να υπολογίζουν τις εκπομπές CO2 μιας συγκεκριμένης πτήσης, χωρίς να παρέχονται επαρκείς επιστημονικές αποδείξεις σχετικά με το κατά πόσον ο υπολογισμός αυτός είναι αξιόπιστος και χωρίς πληροφορίες για τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό·
  • παρουσίαση μιας σύγκρισης μεταξύ πτήσεων όσον αφορά τις εκπομπές CO2, χωρίς να παρέχονται επαρκείς και ορθές πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία στα οποία βασίζεται η σύγκριση.

Επόμενα βήματα

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι αρχές του CPC κάλεσαν τις εταιρείες να απαντήσουν εντός 30 ημερών, με μια περιγραφή των μέτρων που προτίθενται να πάρουν για να απαντήσουν στις ανησυχίες που προκύπτουν από τους περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς εμπορικής προώθησης που διατυπώνουν, βάσει της νομοθεσίας της ΕΕ για την προστασία των καταναλωτών. Αφού λάβει τις απαντήσεις των εταιρειών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα διοργανώσει συναντήσεις με το δίκτυο CPC και τις αεροπορικές εταιρείες προκειμένου να συζητηθούν οι λύσεις που προτείνουν. Η Επιτροπή θα παρακολουθεί επίσης την εφαρμογή των συμφωνημένων αλλαγών. Εάν οι εμπλεκόμενες αεροπορικές εταιρείες δεν λάβουν τα αναγκαία μέτρα για τη διάλυση των ανησυχιών που διατυπώνονται στην επιστολή, οι αρχές του CPC μπορούν να αποφασίσουν να λάβουν περαιτέρω μέτρα επιβολής του νόμου, μεταξύ αυτών και κυρώσεις.

Η δράση αυτή αποσκοπεί στη διασφάλιση της συμμόρφωσης των εμπορικών πρακτικών σε ολόκληρο τον τομέα των αεροπορικών μεταφορών με τη νομοθεσία της ΕΕ για τους καταναλωτές, καθορίζοντας την αναγκαία τεκμηρίωση και γνωστοποίηση των προαιρετικών περιβαλλοντικών ισχυρισμών.

Γενικές πληροφορίες

Το Δίκτυο Συνεργασίας για την Προστασία των Καταναλωτών (CPC) είναι ένα δίκτυο αρχών αρμόδιων για την επιβολή της νομοθεσίας της ΕΕ για την προστασία των καταναλωτών. Στο πλαίσιο του κανονισμού για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών και υπό τον συντονισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι αρχές αυτές μπορούν να αναλαμβάνουν δράση για την αντιμετώπιση διασυνοριακών ζητημάτων σε επίπεδο ΕΕ. Επιπλέον, στο ίδιο πλαίσιο, οι ενώσεις καταναλωτών, όπως το BEUC, μπορούν να αναρτούν ειδοποιήσεις σχετικά με αναδυόμενες απειλές της αγοράς, με πληροφορίες οι οποίες είναι κατόπιν άμεσα διαθέσιμες στις αρχές επιβολής του νόμου. Η έρευνα κινήθηκε κατόπιν ειδοποίησης από το BEUC.

Με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε το 2019 το στρατηγικό σχέδιο δράσης της για την τόνωση της χρήσης πιο βιώσιμων πόρων μέσω της μετάβασης σε μια κυκλική οικονομία, για την αποκατάσταση της βιοποικιλότητας και για τη μείωση της ρύπανσης. Επιπλέον, το νέο θεματολόγιο για τους καταναλωτές έθεσε σε προτεραιότητα την πράσινη μετάβαση, σε συνδυασμό με την ανάγκη να προσφέρονται στους καταναλωτές πιο σαφείς και αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας. Απαιτεί επίσης την καλύτερη προστασία των καταναλωτών από παραπλανητικούς ισχυρισμούς που σχετίζονται με το κλίμα, μια πρακτική που λέγεται «προβολή ψευδοοικολογικής ταυτότητας».

Τα άρθρα 5, 6 και 7 της οδηγίας για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά απαγορεύουν τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές υπό μορφή παραπλανητικών πράξεων και παραλείψεων. Η ανακοίνωση καθοδήγησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή της οδηγίας για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές παρέχει συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τους περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς που πρέπει να θεωρούνται παραπλανητικοί.

Ένα απτό βήμα για την ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών από τους παραπλανητικούς οικολογικούς ισχυρισμούς προβλέπεται στην οδηγία σχετικά με την ενδυνάμωση των καταναλωτών για την πράσινη μετάβαση, η οποία απαγορεύει ρητά τους ισχυρισμούς οι οποίοι, επικαλούμενοι την αντιστάθμιση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, αναφέρουν ότι ένα προϊόν έχει ουδέτερο, μειωμένο ή θετικό αντίκτυπο στο περιβάλλον όσον αφορά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, και καθορίζει επίσης τις απαιτήσεις που πρέπει να τηρούνται από τον εμπορευόμενο κατά τη χρήση ισχυρισμών σχετικά με τις μελλοντικές περιβαλλοντικές επιδόσεις ενός προϊόντος.

Επιπλέον, η πρόταση οδηγίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την τεκμηρίωση και τη γνωστοποίηση των ρητών περιβαλλοντικών ισχυρισμών (οδηγία για τους οικολογικούς ισχυρισμούς), που προτάθηκε από την Επιτροπή τον Μάρτιο του 2023, προβλέπει ότι τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εμπορευόμενοι διενεργούν αξιολόγηση για την τεκμηρίωση των ρητών περιβαλλοντικών ισχυρισμών. Ειδικά όσον αφορά τους ισχυρισμούς περί αντιστάθμισης, οι εμπορευόμενοι θα πρέπει να υποδεικνύουν με διαφάνεια τα μέρη του ισχυρισμού που αφορούν τις δικές τους δραστηριότητες και τα μέρη που εξαρτώνται από την αγορά αντισταθμίσεων.