Συγκεκριμένα, ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών κατέθεσε αίτηση ακύρωσης ενώπιον του ΣτΕ σε βάρος της υπ’αρ. ΥΑΠΕ/Φ1/2300/οικ. 16932/9-8-2012 απόφασης του Υφυπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής με θέμα “Αναστολή διαδικασίας αδειοδότησης και χορήγησης προσφορών σύνδεσης για φωτοβολταϊκούς σταθμούς, λόγω κάλυψης των στόχων που έχουν τεθεί με την απόφαση ΑΥ/Φ1/οικ. 19598/01.10.2010 του Υπουργού ΠΕΚΑ” ( ΦΕΚ Β’,2317/10-8-2012 ). Με την απόφαση αυτή έχει ανασταλεί η υποβολή νέων αιτημάτων και η εξέταση εκκρεμών αιτημάτων φωτοβολταϊκών (με εξαίρεση τα οικιακά και όσα υπάγονται σε διαδικασία fast track), με το επιχείρημα ότι υπάρχουν ήδη πολλά ώριμα έργα, η υλοποίηση των οποίων θα οδηγήσει στην επίτευξη των στόχων για το 2020.
Σύμφωνα με την αίτηση ακύρωσης, η προσβαλλόμενη πράξη περί αναστολής της διαδικασίας αδειοδότησης για φωτοβολταϊκούς σταθμούς τυγχάνει ακυρωτέα, διότι, μεταξύ άλλων, εκδόθηκε κατά παράβαση των συνταγματικών ορισμών του άρθρου 43 παρ. 2 Συντάγματος. Τυγχάνει επίσης ακυρωτέα διότι ενώ σε λίγους μήνες επέκειτο (με βάση τα χρονοδιαγράμματα του ν.3851/2010) η εξέταση της αναθεώρησης της αναλογίας εγκατεστημένης ισχύος, τον Αύγουστο του 2012 εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη περί αναστολής. Τέλος, η προσβαλλόμενη πράξη αναστολής (που καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς αιτήσεις αλλά ταυτόχρονα εξαιρεί τα έργα fast track) αντίκειται σε σειρά συνταγματικών διατάξεων και αρχών, όπως της οικονομικής ελευθερίας (άρθρο 5 παρ. 1 Συντάγματος), της προστασίας του περιβάλλοντος (άρθρο 24 Συντάγματος), της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 Συντάγματος) και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικουμένου.
Η πρωτοβουλία αυτή του Συνδέσμου Εταιριών Φωτοβολταϊκών σκοπό έχει να προστατεύσει την αγορά από το μαρασμό στον οποίο θα οδηγηθεί αναπόφευκτα εφόσον διατηρηθεί η αναστολή της αδειοδότησης. Η αναστολή ευνοεί μόνο το παρεμπόριο αδειών, πλουτίζει κάποιους επιτήδειους ανεβάζοντας αναίτια το επενδυτικό κόστος, ενώ αφήνει ανέγγιχτους τους ελάχιστους επενδυτές που ευνοήθηκαν από τη διαδικασία fast track σε αντίθεση με χιλιάδες μικρομεσαίους επενδυτές που θίγονται και, παράλληλα, αποθαρρύνει οποιονδήποτε ξένο επενδυτή θα ήθελε να επενδύσει στη χώρα.